MANOWAR – Live Πλατεία Νερού 22/06/22

Crushing the Enemies of Metal Anniversary Tour ’22/’23

Μέσα σε κλίμα σκεπτικισμού παραλίγο να μην ήμουν μέρος μιας συναυλίας που περίμενα πάρα πολύ από την στιγμή που ανακοινώθηκε.

Ήμουν πολύ περίεργος να δω και να ακούσω τα αποτελέσματα μιας περίεργης συνεργασίας και καλλιτεχνικής συνεύρεσης, όπως αυτή των Καζάκων (υιού και πατήρ) και Manowar δείγμα της οποίας θα είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε ζωντανά. Φυσικά όπως είναι αναμενόμενο όλες τις προηγούμενες μέρες, η αγωνία κορυφωνόταν για το set list που θα ακούσουμε.

Η μέρα και η στιγμή έφτασε και οι Αθάνατοι Επικοί πολεμιστές της νιότης μας προσγειώθηκαν εκκωφαντικά σε μια τεράστια σκηνή εκεί στο Φάληρο της Αθήνας στην Πλατεία Νερού, 22/06/2022. Μετά από τις ωραίες εμφανίσεις των υπολοίπων συγκροτημάτων που πλαισίωναν το παρών live (Rhapsody of Fire και Rotting Christ, Meden Agan).

H σκηνή αποκάλυψε, μετά την εισαγωγή και το πέσιμο των κουρτινών, το εντυπωσιακό θέαμα που πρόκειται να λάβει χώρα.

Η Μάχη ξεκίνησε με το κλασσικό για ξεκίνημα “Manowar” μετά το όμορφο intro. Οι προθέσεις φάνηκαν από την αρχή. Δεν θα είναι μια μέτρια βραδιά για το συγκρότημα της καρδιάς μας. Μάχες και έπη πρόκειται να ζωντανέψουν μέσα από έναν θρυλικό με πολλά κότσια τραγουδιστή που ζωντάνευε μέσα από την θεατρικότητα του, όλο τον επικό λυρισμό των κομματιών με απαράμιλλη δύναμη.

Τα “Dark Avenger”, “Defender” και “Gates of Valhalla” ακολούθησαν. Η συγκίνηση και η πώρωση έγινε η αφορμή το πλήθος να γίνει η καυτή λάβα από ένα ηφαίστειο που η σκηνή ενεργοποίησε φτύνοντας επικό ατσάλι με όλη την σημασία της λέξης.

Το θέαμα και η μουσική πανδαισία να συνεχίζεται. Ο ηθοποιός James Cosmo εμφανίζεται με την στολή από την ταινία “Braveheart”, απαγγέλει και αυτός με την επιβλητική του φωνή λόγια που θα φέρουν το “Sword of the Highlands” στην σκηνή. Συνέχεια με Bass Solo και ο De Maio να κάνει τα δικά του, ενώ το κοινό να είναι εκεί στις επάλξεις.

Η στιγμή έφτασε ο Κωσταντίνος Καζάκος, ντυμένος ως αρχαίος πολεμιστής μας βάζει αμέσως στο ταξίδι του Οδυσσέα, από το αντίστοιχο πόνημα που ετοιμάζουν οι Manowar, δηλαδή το νέο άλμπουμ που θα λέγεται “The Revenge of Odysseus” και από το οποίο μπορείς να ακούσεις δείγματα εδώ.

“Athena’s Theme”, “Telemachus – Part I”, “Where Eagles Fly¨, “Odysseus and Calypso – The Island of Ogygia” και  “Immortal” τα κομμάτια που ακούστηκαν από τον επερχόμενο δίσκο:

Τα περισσότερα ήταν preludes ή απαγγελίες που έφτιαξαν μια ιδιαίτερη και επιβλητικά επική ατμόσφαιρα. Ο Κωσταντίνος Καζάκος ήταν εκπληκτικός στο “Telemachus – Part I” , ενώ η ηχογραφημένη απαγγελία του Κώστα Καζάκου (πατέρα) στο “Odysseus and Calypso – The Island of Ogygia”. Σε όλα τα παραπάνω κόλλησε ιδιαίτερα αρμονικά το ντουέτο “Where Eagles Fly” με Eric Adams και Chiara Tricarico-, ενώ το “κυρίως πιάτο¨ ήταν φυσικά το “Immortal”, που άνετα μπαίνει στην λίστα με τους νέους Manowar ύμνους. Μελωδία και έπος, πραγματικά κάτι μεγάλο να ακούγετε για πρώτη φορά στα αυτιά μας και ένα τεράστιο θέαμα να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας.

Η συνέχεια έφερε το “Warriors of the World United”. Ακολουθούν τα “Sign of the Hammer”, “Hail and Kill”, “The Dawn of Battle”, “Holy War” και τέλος “Fight Until We Die”.

To κλείσιμο ήταν όσο καλό έπρεπε να είναι. Τι εννοώ; Μα φυσικά “Battle Hymns” και τα μυαλά στα χέρια. Το πραγματικό τέλος ήρθε όμως με το encore με τα “The Glory of Achilles” και το υπέρ-δυνατό “Black Wind, Fire and Steel”.

Εν τέλη δεν αναφέρομαι στα λιγοστά αν και φανερά τεχνικά θεματάκια που υπήρχαν και αυτά στο live τους, ήταν πολύ λίγα για να προσμετρήσουν σε μια εμφάνιση σαν και αυτή.

Συμπέρασμα: Οι Θεοί προσγειώθηκαν στην Γη, οι Βασιλιάδες του Metal κρατούν για τα καλά τον θρόνο τους. Εμείς θα συγκινούμαστε για την μουσική τους και για τα όσα ακόμα μας δίνουν. Μόνο Manowar. Απλά γιατί μόνο αυτοί μπορούν.

Kings Of Metal απλά!

 

Για το Forgotten Scroll

Σάββας Πεσματζόγλου


 

Δες το set list εδώ.

 

DUNCAN PATTERSON – Grace Road

Εδώ έχουμε την δεύτερη προσωπική κυκλοφορία του Βρετανού Duncan Patterson τον οποίο μάθαμε όλοι αρκετά καλά από την αειθαλή προσφορά του στο υλικό των Anathema μέχρι και το Alternative 4.

Μετά την αποχώρηση του από τους Anathema ο Patterson συνέχισε την πορεία μέσα από ένα πλήθος εξαιρετικών projects (Dreambreed, Antimatter, Alternative 4, Ion, Antifear) στα οποία υπήρχε πάντα ένας κοινός παρονομαστής: Το πολύ ιδιαίτερο ύφος του δημιουργού στα μοτίβα της σύνθεσης που εν τέλη έδιναν στον ακροατή τραγούδια αν μη τι άλλο, αναγνωρίσιμα. Πιστός ακόλουθος αυτής της διαδρομής λοιπόν και στο “Grace Road” το οποίο κυκλοφορεί στις 21 Μαρτίου.

Ένα αφοπλιστικά εσωστρεφές δημιούργημα σκοτεινών αποχρώσεων βασισμένο σε lofi ενορχηστρώσεις έχουμε εδώ. Οι πρωταγωνιστές εδώ είναι δύο: Το πιάνο του Patterson και η φωνή της Παλαιστίνιας Enas Al-Said που πραγματικά κυριαρχεί με απόλυτη αρμονία μέσα από κάθε νότα της σε κάθε τραγούδι.

Και οι 5 συνθέσεις που υπάρχουν εδώ είναι μικρά αριστουργήματα. Το νοσταλγικό και αέρινα ρομαντικό “The Grace Road” -με τις κλασικότροπα σαουντρακικές αναφορές του-. Το κλειστοφοβικό “The Amber Line” με εκείνη τη ανεπαίσθητη χαραμάδα ανάσας στο ρεφρέν του (δεκάδες τα repeat). Το σχεδόν παραμυθένιο “Between Worlds” που παιχνιδίζει με τους Dead Can Dance, τους Ataraxia την Myrkur και την Chelsea Wolfe. Το αφηγηματικό “The Quiet Light” που φέρνει στο προσκήνιο την αστική σκοτεινή μουσική των καιρών μας (στην οποία ο Patterson έχει βάλει εν τέλη ένα λιθαράκι και ας μην το ξέρει ούτε ο ίδιος). Αλλά και το Absolut Absolutum, ένα κόσμημα μελαγχολίας που γίνεται νότες με τρόπο συγκεκριμένα μινιμαλιστικό.

Ο Patterson γράφει μουσική που σε αφήνει άφωνο. Η ερμηνεία της Enas Al-Said απλά μεγαλώνει την σαστιμάρα και το μόνο που μένει στον ακροατή είναι να αφεθεί στο καταφύγιο της μουσικής.

Χαίρομαι να ακούω τέτοιους δίσκους. Με πηγαίνουν σε άλλες εποχές. Σκέφτομαι να πάρω μπουφάν και να βγω έξω. Ίσως πετύχω των Patterson σε καμιά μπάρα και ας ξέρω πως το ημερολόγιο δεν δείχνει πια 2003.

Από τις κορυφαίες στιγμές στην Patterson δισκογραφία το “Grace Road”. Μην το προσπεράσεις.

Παίζω και στην εκπομπή δύο κομμάτια, μπορείς να ακούσεις εδώ.

 

SERVANTS ΤΟ THE TIDE – Δραματικότητα στα χνάρια του Επικού

Οι SERVANTS TO THE TIDE είναι μια νέα Epic Doom Metal μπάντα από την Γερμανία. Το ομότιτλο ντεμπούτο τους στην No Remorse Records κυκλοφορεί στις 26 Μάρτη και ομολογώ πως τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στην λίστα των καθημερινών μου ακροάσεων.

Παραδέχομαι πως το πρώτο single που έδωσε στην δημοσιότητα η μπάντα δεν μου είπε με την πρώτη και τόσα πολλά. Ακούγοντας όμως το άλμπουμ σαν σύνολο, μπορώ να πω πως πραγματοποιήθηκε ένα είδος fine tuning με το καλλιτεχνικό μήνυμα της μπάντας, με το αποτέλεσμα να με εντυπωσιάζει εν τέλη. Και μάλιστα οφείλω να παραδεχτώ πως και το ίδιο το single λειτούργησε τελικά πολύ καλύτερα ως μέρος μιας συνολικής ακρόασης παρά ως μεμονωμένο κομμάτι.

Η βάση του υλικού είναι ξεκάθαρα το πομπώδες, επικό Doom Metal προικισμένο με την δραματικότητα που συναντάμε στις πρώτες δουλειές των WHILE HEAVEN WEPT. Εδώ βέβαια η ενορχήστρωση των κομματιών είναι ξεκάθαρα βασισμένη στις κιθάρες οι οποίες ναι μεν έχουν Doom λογική στα riffs αλλά διανθίζονται και με πολλές έξτρα μελωδίες.  Εδώ ενδεχομένως να σας λείψουν οι keyboard πλάτες του πρώτου WHW σύμπαντος, αλλά μη βιάζεστε έχει ψωμί παρακάτω.

Υπάρχουν ιντερλούδια / επίλογοι και ακουστικά σημεία μέσα στα κομμάτια, με κιθάρες  ή πιάνο. Όλα τα παραπάνω προσφέρουν έναν εξαίρετο μελαγχολικό χρωματισμό στο σύνολο του υλικού μα και μια ιδιαίτερα εμφατική θα έλεγα αντίθεση σε σχέση με τις κιθάρες που είναι το βασικό στοιχείο των κυρίως κομματιών. Αυτή ακριβώς η αντίθεση για μένα είναι το δυνατό σημείο του άλμπουμ και δημιουργεί μοναδική ατμόσφαιρα.

Κάποια κομμάτια έχουν και θέματα 90ς Βρετανικής Doom μουντίλας, ενώ σε συνδυασμό με κάποιες ερμηνείες στα φωνητικά το όλο αποτέλεσμα -σε συγκεκριμένα σημεία- μου έφερε στο μυαλό τους PARADISE LOST του “Gothic”. Ναι υπάρχουν κάποια growls αλλά κατά βάση τα φωνητικά είναι καθαρά και μελωδικά στο σύνολο του υλικού.

Οι φωνητικές γραμμές έχουν δουλευτεί αρκετά στο κομμάτι της σύνθεσης και δένουν απόλυτα με τις έξτρα μελωδίες που υπάρχουν στα καθαριστικά θέματα. Η ερμηνεία δεν με χάλασε, κάθε άλλο, μου αρέσει αυτή η κάπως minimal προσέγγιση που γίνεται συνειδητή ερμηνευτική επιλογή.

Μια πιο ξερή και φορτισμένη εκδοχή των πρώιμων WHILE HEAVEN WEPT λοιπόν; Σαν starting point ναι, αλλά με μπόλικη 90ς ομίχλη και αρκετό δράμα. Με λίγο παραπάνω ψάξιμο θα βρούμε και άλλες επιρροές, από SOLSTICE μέχρι ATLANTEAN KODEX και αν ακούσομε ακόμα πιο προσεκτικά θα βρούμε γενναιόδωρες δώσεις αυτής της Γερμανικής Επικής μελαγχολίας που έφεραν κάποτε μπροστά μπαντάρες όπως οι WYTCHCRAFT ή οι DOOMSHINE.

UNDER A SPELL – The Chosen One (2021) – Η σαφήνεια του να ανήκεις στο σκοτάδι

Το “The Chosen One” είχε βγει το 2019 σε digital format αλλά private κοπή CD από την μπάντα. Τώρα κυκλοφορεί και πάλι από την Pure Steel. 19 Φεβρουαρίου η ημερομηνία κυκλοφορίας.

Λοιπόν εδώ έχουμε Metal στην σκοτεινή εκδοχή του, το οποίο είναι στημένο με έναν κάπως ανορθόδοξο τρόπο. Τα riffs ξεκινούν από το κλασσικό Heavy Metal μοτίβο και φτάνουν μέχρι και την -σχεδόν- τεχνοκρατική US Metal λογική, κρατώντας σχεδόν πάντα έναν πομπώδη χαρακτήρα μέσα στην πολυπλοκότητά τους.

Riffs που δεν θα αργήσουν να μεταμορφωθούν σε ολοκληρωμένες ενότητες κιθαρισιτκών θεμάτων, συνυπάρχοντας ειρηνικά και αρμονικά με  ιντερλούδια μυστηρίου που ανοίγουν τις πύλες των κομματιών, αλλά και με μελωδικά και ταξιδιάρικα θέματα βασισμένα σε clean κιθάρα. Τα lead parts -όπου υπάρχον- είναι μαγευτικά και φτάνουν μέχρι και τα 70ς.

Η ανατροπή έρχεται με τα Μέτζο Σοπράνο φωνητικά της Pam Rosser που πραγματικά στοιχειώνουν και απογειώνουν το υλικό. Μια αιρετική King Diamond εκδοχή; Ναι και όχι και ίσως. Ας χρησιμοποιήσω τον Diamond ως έναν απλό προσδιοριστικό όρο ή ως ένα βολικό starting point. Η Rosser την πάει αλλού τη δουλειά. Και δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς εδώ που τα λέμε μιας και τα μοτίβα στα οποία παίζει μπάλα, απέχουν από τον παροξυσμό της μπάντας του Βασιλιά.

Για την ακρίβεια η φωνή να στήνει το απόλυτο παιχνίδι κυριαρχίας, σκαρφαλώνοντας με δέος πάνω σε κάθε επικά τεχνοκρατικό riff  μεταμορφώνοντας τα τραγούδια σε μικρά αριστουργήματα.

Τα main solos είναι φανταστικά και γενικά το στήσιμο των κομματιών και απο ρυθμικής πλευράς είναι πανέξυπνο. Δεν αλλάζω με τίποτα το εμμονικό παίξιμο του Smith που παίζει σχεδόν μονάχα ντραμιστικές φράσεις αντί να κρατήσει ένα τέμπο σαν κανονικός άνθρωπος. Πρέπει να ακούσεις το δεύτερο μισό του “Voodoo Doll” που είναι βασισμένο κυριολεκτικά επάνω σε ένα drum solo για να καταλάβεις τι παιχνίδι παίζεται εδώ.

Μέσα από όλα αυτά θα βγει μια παράξενη, απόκρυφη ατμόσφαιρα που θα μου φέρει στο μυαλό αυτόν τον αιρετικά σκοτεινό σουρεαλισμό που κυριαρχούσε σε εκείνο το “The Innocent, The Forsake, The Guilty” EP των The Mezmerist από την Καλιφόρνια. Μην κάνεις το λάθος να επιχειρήσεις απόλυτη μουσική αντιστοιχί. Αναφέρομαι στην ατμόσφαιρα του συνόλου και μόνο.

Το άλμπουμ θα σε παρασύρει σταδιακά στην δύνη του και όταν μετά την πρώτη ακρόαση θα έχεις πάθει κάποιου είδους εξάρτηση, έλα να τα πούμε ένα χεράκι, έτσι σε φάση ότι συμπάσχουμε.

ASGARD – Ragnarøkkr – Η επιστροφή των Ιταλών παραμυθάδων

Υπάρχει θεός στο μουσικό σύμπαν μιας και έχουμε επιστροφή των Ιταλών ASGARD, 20 χρονάκια μετά το άλμπουμ τους του 2000.

Τόσο στα δύο τους demo, όσο και στο “Götterdämmerung” του 91 αλλά και στα επόμενα “Esoteric Poem” (1992), “Arkana” (1992), η μπάντα έχει βαδίσει σταθερά στο Neo Prog meets Progressive Metal meets Folk μονοπάτι.

Οι περισσότεροι τους μάθαμε με το “Imago Mundi” του 1993 -για πολλούς το καλύτερο τους άλμπουμ-. Με αυτόν τον δίσκο κλείνει η πορεία των τεσσάρων δίσκων στην αγαπημένη μας Music Is Intelligence.

Το “Drachenblut” που έσκασε μύτη το 2000 ήταν επίσης ένας ενδιαφέρον δίσκος, που βρήκε δύο από τα βασικά μέλη να έχουν μετακομίσει Γερμανία και το σχήμα να βγαίνει στο προσκήνιο με αλλαγές στο line up. Από εκεί και μετά όμως: σιγή δορυφόρου.

Με το “Ragnarøkkr” η μπάντα συνεχίζει να ξετυλίγει το μουσικό της κουβάρι 20 χρόνια μετά. Ένα υπέροχο άλμπουμ γεμάτο μελωδία, γεμάτο ζεστά folk περάσματα πάνω σε μια λυρική Neo Prog βάση, με τις κιθάρες να γίνονται βαρύτερες εκεί που πρέπει αφήνοντας χώρο τόσο για Prog Metal προσεγγίσεις, όσο και για πιο Heavy Metal θέματα σε σημεία. Ένα πανέμορφο μουσικό παραμύθι για να το πω απλά.

Κυκλοφορεί 15 Μαΐου στην Pride & Joy Music.

BLACK SWORD THUNDER ATTACK – March Of The Damned (No Remorse Records)

Είναι μια από τις πολύ λίγες περιπτώσεις που οι λέξεις φαντάζουν φτωχές και ναι το δηλώνω ξεκάθαρα και με ευθύτητα πως πραγματικά δυσκολεύομαι να μεταφέρω στο χαρτί τα συναισθήματα που μου γεννάει η μουσική αυτής της μπάντας…

Άκουγα ξανά και ξανά εδώ και αρκετό καιρό το υλικό του “March Of The Damned”, ξέροντας πως κάποια στιγμή θα ερχόνταν η ώρα να καθίσω και να καταγράψω στο χαρτί για όλο αυτό το μεγαλείο που αποτυπώνεται σε κάθε νότα αυτού του αριστουργήματος.

Γνωρίζω πάρα πολύ καλά πως ηθελημένα ή αθέλητα οι BLACK SWORD THUNDER ATTACK από την Καλαμπάκα της Θεσσαλίας ακολουθούνται από δύο πολύ συγκεκριμένους χαρακτηρισμούς στις συνειδήσεις αυτών που τους ακολουθούν χρόνια τώρα. Ο πρώτος είναι ο χαρακτηρισμός της cult, obscure μπάντας και ο δεύτερος είναι ο χαρακτηρισμός της μπάντας που έχει βασίσει σε μεγάλο βαθμό τον ήχο της στην κληρονομιά των LORDIAN GUARD / WARLORD.

Κανένας από αυτούς τους χαρακτηρισμούς δεν είναι χωρίς βάση, κανένας από τους δύο αυτούς χαρακτηρισμούς δεν έχει ειπωθεί -και δεν τους έχει χρεωθεί αν θέλετε- άδικα, κανένας από τους δύο αυτούς χαρακτηρισμούς δεν προσθέτει πρόσημο αρνητικό στο γίγνεσθαι τούτης της μπάντας. Υπάρχει όμως μια μεγάλη, βασική και ουσιαστική διαφορά:

Αυτό που καταθέτουν οι BLACK SWORD THUNDER ATTACK με την μουσική τους βρίσκεται πολύ πιο πάνω από την οποιαδήποτε απόπειρα -έστω και λεκτικής- κατάταξής τους στο οποιοδήποτε καλούπι του οποιουδήποτε χαρακτηρισμού.

Αυτό που καταθέτουν οι BLACK SWORD THUNDER ATTACK με την μουσική τους είναι η πεμπτουσία του Επικού ήχου.

Ποτέ δεν εμφανίστηκε και δεν θα εμφανιστεί κάτι ανάλογο και να είστε σίγουροι πως ζυγίζω πάρα πολύ καλά τα λόγια μου, έχοντας κυριολεκτικά ρουφήξει κάθε σπιθαμή της μουσικής τούτης της μπάντας. Έχοντας κυριολεκτικά ξοδέψει ώρες επί ωρών με τα τραγούδια τους.

Μπορώ να δεχτώ την χρήση χαρακτηρισμών -άλλωστε το έκανα ήδη και εγώ κάνοντας αναφορά για “Επικό ήχο”-. Μπορώ να δεχτώ την ανάλυση και υπερανάλυση επιρροών και τις αναφορές σε σχήματα ή / και τάσεις, όλα αυτά στην προσπάθεια περιγραφής του ηχητικού Black Sword στίγματος. Διαβεβαιώνοντας στο τέλος και καταλήγοντας στο ξεκάθαρο συμπέρασμα πως το τελικό αποτέλεσμα που καταθέτουν οι Attack με τα κομμάτια τους είναι κάτι το μοναδικό, είναι κάτι το ολότελα δικό τους. Είναι η σφραγίδα τους. Μια σφραγίδα που τους δίνει μια θέση στο πάνθεον των μεγάλων.

Η μυσταγωγία, ο λυρισμός, το μυστήριο, το σκοτάδι, η αγωνία και η συγκίνηση δεν είναι έννοιες που απλά συναντιούνται στα τραγούδια αυτής της κυκλοφορίας ως κάποιο χαρακτηριστικό γνώρισμα ή αποτέλεσμα. Είναι έννοιες που παίρνουν την πραγματική τους υπόσταση και που κορυφώνονται σε βαθμό απόλυτο μέσα στο έργο των BLACK SWORD THUNDER ATTACK.

Ας κάνω μια προσπάθεια να αναφερθώ ξεχωριστά στα στοιχεία εκείνα που παίζουν για μένα ρόλο πρωταγωνιστικό σε τούτη την μπάντα και το έργο της.

Οι κιθάρες. Ναι. Το κιθαριστικό τους πορτραίτο είναι σαφώς επηρεασμένο από LORDIAN GUARD και WARLORD, δεν είναι μια απλή ασυνείδητη επιρροή σαν αυτές που περνούν σε κάθε μουσικό. Εδώ έχουμε συνειδητή μελέτη. Πρόσεξε όμως, μελέτη, όχι αποστήθιση και παπαγαλία. Η Lordian τεχνοτροπία με τις αναγεννησιακές της ανησυχίες και με τα κυκλικά και επαναλαμβανόμενα θέματα υπάρχει και αποδίδεται με πιστότητα που εκπλήσσει. Δίπλα όμως σε όλα αυτά βρίσκεται ένα πολύ συγκεκριμένο προσωπικό κιθαριστικό στυλ προικισμένο με την σαφήνεια των κυρίως θεμάτων -κάντε τον κόπο και ακούστε ένα προς ένα όλα τα βασικά κουπλέ των κομματιών που υπάρχουν εδώ για να καταλάβετε τι εννοώ-, υπάρχει αυτή η λαμπρότητα στα σόλο που τα κάνει να ακούγονται σαν μικρά, λυτρωτικά κρετσέντα, και υπάρχει και αυτή η πολύ συγκεκριμένη προσέγγιση με τις κατάλληλες νότες στα κατάλληλα θέματα, ρυθμικά και σολιστικά, που θα φέρει στο προσκήνιο αυτό το μεθυστικό πάντρεμα επικής μελαγχολίας,  νοσταλγίας και αγωνίας. Θα ήταν λοιπόν μεγάλη αδικία όλον αυτόν το κιθαριστικό πλούτο να τον περιγράψει κανείς απλά ως “Lordian Guard worship”.

Τα πλήκτρα παίζουν καθοριστικό ρόλο στον ήχο του υλικού. Είναι προικισμένα με την απόλυτη σαφήνεια μιας και τα θέματα τους μπορείς να τα σιγοτραγουδήσεις σχεδόν αυτούσια. Κουβαλούν μια συνειδητή dungeon synth αισθητική και επιμένουν σε έναν μινιμαλισμό ο οποίος δρα αφοπλιστικά. Με λίγα λόγια μπορείς να ξεχάσεις τον τίτλο του τραγουδιού για παράδειγμα, αλλά όχι τις μελωδίες των πλήκτρων. Μελωδίες που θα τυλίξουν υπόγεια κάθε κιθαριστικό θέμα που υπάρχει σε κάθε κομμάτι, θα δώσουν έμφαση σε σημεία -όπως για παράδειγμα στην εισαγωγή του “Don’t Hear the Sirens” μα κυρίως στην εξέλιξη του βασικού κουπλέ του, αναπαριστώντας τον ήχο της σειρήνας που σε υπνωτίζει προς τον θάνατο.

Τα φωνητικά και οι μελωδίες τους. Μου είναι αδύνατον να διαχειριστώ τόση έμπνευση. Οι φωνητικές μελωδίες κάνουν στην κυριολεξία κτήμα τους κάθε κομμάτι, ακολουθώντας όμως την απόλυτη αρμονική ταύτιση με τα μικρά θαύματα των υπόλοιπων οργάνων. Η χροιά της τραγουδίστριας θα χαραχτεί στην μνήμη από το πρώτο άκουσμα. Και εδώ υπάρχει η εμμονή σε μια αφοπλιστική σαφήνεια σε κάθε θέμα, κάθε φωνητικής μελωδίας. Νοοτροπία και πάλι μινιμαλιστική που σου δείχνει πως με τα απολύτως απαραίτητα μπορείς να δημιουργήσεις θαύματα αν έχεις το χάρισμα να το κάνεις. Στήσε αυτί και άκου τις δεύτερες φωνές, άκου τις καταλήξεις στις λέξεις που μοιάζουν να χάνονται στην δύνη της μουσικής: γνώρισμα χαρακτηριστικό και εν τέλη κομμάτι αναπόσπαστο της αισθητικής του μαύρου σπαθιού που αποτελεί και συνδετικό κρίκο με την demo εποχή του σχήματος και τις τότε φωνητικές προσεγγίσεις.

Οι στίχοι. Στην περίπτωση των BLACK SWORD THUNDER ATTACK η επίδραση των στίχων επάνω στο σύνολο είναι καθοριστική. Απόλυτη σαφήνεια, κανένας συμβολισμός. Τρομακτική ευθύτητα. Ποτέ όμως οι λέξεις δεν άσκησαν τέτοια δυναμική επάνω σε επικό κομμάτι πιστέψτε με. Παίζει φυσικά ρόλο και το πως έχει τραγουδηθεί ο κάθε στίχος ξεχωριστά, στήσε αυτί και άκου για παράδειγμα πως τραγουδιέται η απλή φράση “We can’t remember how they came to bring the reign of evil”, στο “Evil Sorcery”, αρκεί μια και μόνο απλή ανάγνωση του στίχου μα και μια απλή ακρόαση της ερμηνείας για να σου μεταδοθεί -πρόσεξε όχι να ακούσεις, αλλά να σου μεταδοθεί σαν βίωμα- η απόγνωση αυτού που πολεμά με έναν άγνωστο εχθρό.

Η ατμόσφαιρα. Η συνολική ατμόσφαιρα που υπάρχει στο υλικό είναι κάτι το άφταστο και είναι βασικά το πιο έντονο χαρακτηριστικό εδώ. Στα δικά μου αυτιά και στην δικιά μου ψυχή τα τραγούδια τούτης της μπάντας αποτυπώνουν το “Επικό” στην απόλυτη του ολοκλήρωση. Την κάθοδο στις φωτιές της κόλασης, την μάχη με το άγνωστο κακό, την συνειδητή πορεία προς την τελική αναμέτρηση που θα φέρει μονάχα θάνατο. Το μήνυμα του απόλυτου χαμού. Όλα αυτά δοσμένα με νότες, με στίχο, με ερμηνεία. Η απόλυτα λυρική κατάθεση μέσα από το πρίσμα ενός ξεχωριστού και ιδιαίτερου επικού μυστικισμού που συναντά την ολοκλήρωση του μέσα από την μουσική αυτής της μπάντας.

Και τα τέσσερα κομμάτια της κυκλοφορίας είναι έπη (“Don’t Hear The Sirens”, “Evil Sorcery”, “Messenger”, “March Of The Damned / Through The Fires Of Hell”). Ξεχωριστή θέση για μένα παίρνει το “Messenger”. Ένα μικρό αριστούργημα προικισμένο με όλη αυτή την 70ς νοσταλγικότητα που συναντάς σε εκείνα τα μικρά – μεγάλα άλμπουμ της εποχής που επιχειρούν να προσεγγίσουν το επικό, όχι ντε και καλά θεματολογικά σε κάθε περίπτωση, μα κυρίως μέσω της σύνθεσης και της ερμηνείας. Η συγκινητικά αφηγηματική μορφή του συγκεκριμένου τραγουδιού που ξετυλίγεται σιγά σιγά αποκαλύπτοντας την μεγαλειώδη επική υπόσταση του, με αφήνει πραγματικά άφωνο. Βάζω το κομμάτι αυτό σε ίδιο ίσως και ανώτερο επίπεδο με κομμάτια θεσμούς όπως το “Secret Of Steel” ή το “Black Mass”.

Μερικές τελευταίες σκέψεις για το κλείσιμο.

Η συγκεκριμένη κυκλοφορία έχει ιστορική σημασία, θα το δούμε και θα το ξανακουβεντιάσουμε στο μέλλον.

Δεν θέλω να ξανακούσω ούτε κουβέντα για νεόκοπες epic μπαντούλες, από την στιγμή που το “March Of The Damned” υπάρχει εκεί έξω.

Η μουσική την BLACK SWORD THUNDER ATTACK δεν είναι για διασκέδαση. Είναι για ψυχαγωγία, με την πραγματική έννοια του όρου: Αγωγή της Ψυχής.

Υποκλίνομαι.

Χρήστος Παπαδάκης

 

 

 

 

Οι STYGIAN CROWN, το Αμερικάνικο Doom Metal underground και μια Ιταλική ετικέτα

Ο Tom Philips των While Heaven Wept συνεργάζεται εδώ και καιρό με την Cruz Del Sur Music και το αποτέλεσμα είναι αρκετές σημαντικές μπάντες του Αμερικάνικου Doom Metal underground των τελευταίων 20-25 ετών, να υπογράφουν συμβόλαιο με την Ιταλική Cruz Del Sur.

Τα παραδείγματα των Orodruin, Ogre και Pale Divine είναι χαρακτηριστικά και όσα δείγματα γραφής – κυκλοφορίες έχουν εμφανιστεί μέχρι στιγμής ως καρποί αυτής της συνεργασίας είναι κάτι παραπάνω από αξιόλογα -δεν νομίζω ότι χρειάζεται να τα ξαναπούμε για τους Orodruin και την δισκάρα τους έτσι; Για καλό και για κακό πάντως, τσέκαρε τι έχω γράψει εδώ και τι έχουμε κουβεντιάσει στο forum του Forgotten Scroll.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι προστίθενται στον κατάλογο μιας δυνατής Ευρωπαϊκής Metal εταιρίας, σημαντικά Doom Metal ονόματα που ήδη μετρούν χιλιόμετρα παρουσίας με demoγραφία και δισκογραφία -και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και live εμφανίσεις μακριά από τα Αμερικανικά σύνορα, στην Ευρώπη- δίνοντας το στίγμα τους μέσα στις έτσι και αλλιώς περίεργα δύσκολες στις ΗΠΑ συνθήκες, αποτελώντας κομμάτι μιας ευρύτερης -χωροταξικά- σκηνής που τις δύο τελευταίες δεκαετίας έχει περάσει αρκετές διακυμάνσεις, ναι στην Doom Metal σκηνή αναφέρομαι.

Και αν όλα τα παραπάνω σου φαίνονται θεωρίες  μπορώ να σου αναφέρω παραδείγματα όπως εκείνο το live των Iron Man επί Αμερικανικού -προφανώς- εδάφους που δεν έγινε ποτέ μιας και δεν πάτησε το πόδι του κανείς -ιστορία που μου κατέθεσε ο Alfonso Polo των Question Of Madness μιας ως ο ένας που πήγε μέχρι το club που θα γίνονταν η συναυλία-.

OK, τα πράγματα αλλάζουν θα μου πεις: Η γενικότερη -στα πλαίσια του underground- κατάσταση της αναβιώσεις του Heavy Metal στις ΗΠΑ με έμφαση στην Ευρωπαϊκή 80ς σχολή του, με τις νέες μπάντες, τα μικρά φεστιβάλ, τα κασέτοlabels αλλά και η παλιότερη ιστορία των reunions, όλα αυτά έχουν σίγουρα επηρεάσει και τον Doom Metal μικρόκοσμο. Νέες μπάντες εμφανίζονται είτε έχοντας μια ξεκάθαρη Doom Metal κατεύθυνση είτε κρατώντας ισορροπίες βάζοντας και το κλασσικό Heavy Metal στοιχείο έντονο στον ήχο τους, -σκέψου σε πόσους σημαντικούς δίσκους του 2019 συνάντησες την “Heavy Metal, combined with Epic Metal, combined with Doom Metal” φόρμουλα-. Δεν είναι όμως μόνο το νέο αίμα: αρκετές παλαιότερες μπάντες μοιάζουν να ξυπνάνε από κάποιου είδους λήθαργο.

Και εδώ είναι που έχει νόημα μια συντονισμένη προσπάθεια ώστε αρχικά αυτές οι τελευταίες μπάντες -αλλά και νεότερες- να βρουν ένα νέο δισκογραφικό σπίτι αλλά και περισσότερες πόρτες ανοιχτές για την Ευρώπη, με τα άλμπουμ τους σε περισσότερες δισκοθήκες. Έτσι και αλλιώς ο Philips έζησε αρκετά από αυτά τα σχήματα στην γέννηση τους, στα 90ς, στα early 00s κτλ. Ο ρόλος του λοιπόν εδώ ως συνδετικός κρίκος μεταξύ σχημάτων και Cruz Del Sur είναι κάτι παραπάνω από ουσιαστικός.

Στα μάτια τα δικά μου δε και αυτό το καταθέτω σαν προσωπική άποψη κυρίως, το να βλέπω όλα αυτά τα σχήματα συγκεντρωμένα κάτω από μια δυνατή ετικέτα αποτελεί και ένα είδους απολογισμού για τα πεπραγμένα μιας σκηνής -ή ενός κομματιού της αν προτιμάτε- που αν μη τι άλλο άντεξε στο χρόνο. Αλλαγή κεφαλαίου; Επόμενο level; Θα το δείξουν οι δίσκοι…

Το επόμενο σχήμα που μπήκε στον Cruz Del Sur κατάλογο ετοιμάζοντας ντεμπούτο είναι οι Καλιφορνέζοι Stygian Crown. Νεότερη χρονολογικά μπάντα σε σχέση με τις προηγούμενες που αναφέρθηκαν. Με αφορμή την ανακοίνωση για το επερχόμενο ντεμπούτο τους, θέλω να γράψω δύο λόγια τόσο για την μπάντα όσο για την μια και μοναδική -μα μνημειώδης για μένα- κυκλοφορία τος.

Το “Through Divine Rite” demo των Stygian Crown κυκλοφόρησε το 2018. Παρόλα αυτά αν ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στη σύνθεση τους θα ανακαλύψουμε ρίζες που μας πάνε αρκετά μακριά, πίσω στα 90ς.

Βλέπεις ο πνευματικός μπαμπάς της μπάντας δεν είναι άλλος από τον Rhett A. Davis, ντράμερ στην ίσως σημαντικότερη Doom / Death Metal που μας έδωσε η Καλιφόρνια και αναφέρομαι στους δυστυχώς διαλυμένους πλέον Morgion. Για την πορεία των Morgion θα χρειαζόμουν τόνους μελανιού αν ξεκινούσα να κάνω έστω και μια βασική αναφορά. Πάντως αν το Doom Metal ήταν υπόθεση που σε αφορούσε στα 90ς έχεις σίγουρα λιώσει τουλάχιστον τα “Among Majestic Ruin” και “Solinari” άλμπουμ τους. Όχι;

Οι μυημένοι σε Doom / Death σπήλαια, ίσως θυμούνται τον Rhett και από την συμμετοχή του στους Keen Of The Crow και Crimson Relic. Ο κατάλογος συμμετοχών του Rhatt σε σχήματα μεγαλώνει και άλλο παρόλα αυτά, και θα έλεγα με πολύ μεγάλη σιγουριά πως η θητεία του στους Death / Black Thrashers Gravehill -και στους Divine Eve που επίσης παντρεύουν Thrash, Black και Death Metal- πρέπει να αναφερθεί μιας και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον ήχο των Stygian Crown.

Ναι, υπάρχουν ακόμα δύο μέλη στο line up που προέρχονται από ακραίες μπάντες, ο Jason Thomas, μπασίστας των Gravehill και ο κιθαρίστας Andy Hicks που έρχεται από τους θεούς Morbid Eclipse -αν γουστάρεις σαλεμένο συνδυασμό Black με Thrash Metal τότε πρέπει να τσεκάρεις οπωσδήποτε το “Poison Winds” άλμπουμ τους του 2018-.

Οπότε έχουμε μια κατάσταση μιας μπάντας που θέλει να παίξει Doom Metal με 3 από τα 5 μέλη της να έχουν σοβαρή παρουσία σε άλλες ακραίες μπάντες. Και εκεί που θα περίμενε κανείς να τραβηχτεί -ίσως- μια διαχωριστική γραμμή, βλέπουμε τελικά πολλές από τις επιρροές και ένα μεγάλο μέρος του vibe με κεντρικό σημείο αναφοράς το Metal με πιο extreme κατευθύνσεις, να φιλτράρονται έξυπνα ως στοιχεία στον Stygian Crown ήχο. Ο Davis αναφορικά μιλά ξεκάθαρα για το ηχητικό πάντρεμα Candlemass με Bolt Thrower. Οπότε το στίγμα είναι σαφέστατο.

Το line up συμπληρώνουν ο κιθαρίστας Nelson Miranda και η τραγουδίστρια Melissa Pinion που θα φέρει όλες τις αφηγηματικά υμνικές φωνητικές αρετές της μέσα στο Stygian Crown μοτίβο.

Όλα τα παραπάνω αποτυπώνονται μουσικά στο “Through Divine Rite” demo προκαλεί πραγματικό σοκ. Τρία μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια που ανεβάζουν τον πήχη στα ύψη. Στιβαρό riffing που ελίσσεται έξυπνα παρόλα αυτά. Ναι υπάρχουν οι Candlemass και οι Black Sabbath σαν starting point επιρροές, φιλτράρονται όμως έξυπνα. Υπάρχει αυτή η σκοτεινή μελωδικότητα στα lead guitar parts, και το κυριότερο: όλα αυτά είναι δοσμένα με μια λογική που θα σε πάει κατευθείαν στα ακραία Metal μονοπάτια που λέγαμε πριν και μάλιστα στην τεχνική πολλές φορές εκδοχή τους με breaks, ρυθμικές εναλλαγές αλλά και τον σωστό όγκο στις κιθάρες.

Και πάνω από όλα αυτά έρχεται η φωνή της Melissa να απογειώσει στην κυριολεξία το υλικό. Αφηγηματικά υμνική, δημιουργεί τις πιο υπέροχες φωνητικές μελωδίες που θα μπορούσες να ζητήσεις από ένα Doom Metal τραγούδι. Η χροιά της την βοηθά πάρα πολύ αλλά αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι οι μελωδικές φωνητικές γραμμές που βγάζει στο προσκήνιο. Νότα την νότα πλέκει έναν αδιαπέραστο ιστό που κυριαρχεί ολοκληρωτικά πάνω στα κομμάτια. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό αυτό που συμβαίνει εδώ.

Γενικά η μπάντα έχει δουλέψει στο έπακρο τα κομμάτια της: Δομές που κρατάνε τον ακροατή σε εγρήγορση,  ποικιλία στο riffing, ενδιαφέρουσα ρυθμική λογική, όγκος και να μην ξεχάσω να αναφέρω και το υπέροχο ακουστικό ιντερλούδιο που υπάρχει στην ομώνυμη “Through Divine Rite” σύνθεση. Η παραγωγή των τριών κομματιών είναι επίσης υποδειγματική.

Κλείνοντας θα πω πως πραγματικά αναρωτιέμαι: αν έχουμε αυτά τα δείγματα γραφής, εκτέλεσης και παραγωγής σε ένα demo του 2018, τι να περιμένουμε από το επερχόμενο full length του 2020;

Τα ραντάρ ανοιχτά λοιπόν. Stygian Crown. Το επόμενο κεφάλαιο σε μια σειρά από ενδιαφέροντα πράγματα που συμβαίνουν στον Doom Metal κόσμο μιας Ιταλικής ετικέτας.

Photo: Liz / Lone Wolf Productions 

Psychotic Waltz – “Devils and Angels” – Η αρχή του τέλους ενός κύκλου αναμονής

Το 1996, η χρονιά δηλαδή που κυκλοφόρησε το “Bleeding” των Psychotic Waltz είναι αρκετά μακριά. 23 χρόνια αναμονής για νέο υλικό από μια μπάντα που διέλυσε και σταδιακά επανασύνδεσε τα κομμάτια του παζλ της, δεν είναι λίγα. Και ξέρεις ε; Τούτο εδώ το single κλείνει ουσιαστικά αυτόν τον κύκλο αναμονής.

Με την εισαγωγή σαν να σου κόβεται η ανάσα, και ειδικά στην ένταση της πρώτης ακρόασης δεν έχεις προλάβει να ενεργοποιήσεις την διορατικότητα σου ή τέλος πάντων το όποιο experience έχεις αποκτήσει σκαλίζοντας τους Psychotic ήχους, ώστε να θυμηθείς πως ή μπάντα συνηθίζει -τουλάχιστον στην τελευταία της περίοδο εκεί κοντά στο 1996 του “Bleeding”- να σου κάνει γνωστές τις προθέσεις σε κάθε κομμάτι, από την αρχή κιόλας…

Έτσι εδώ έχουμε μια υπνωτικά απλωμένη εισαγωγή με το φλάουτο να ξεκινά να φτιάχνει το πορτραίτο – μοτίβο που σε προετοιμάζει για το τι θα ακολουθήσει – ναι ok είπαμε, όταν βγεις από την κατάσταση σοκ-.

Το πομπώδες μοτίβο του intro παίρνει μορφή και γίνεται το πρώτο κιθαριστικό θέμα της σύνθεσης. Ξεδιπλώνεται και αφήνεται να πλημμυρίσει το χώρο. Υπνωτικά λυτρωτικό με τα πλήκτρα να το σηκώνουν ψηλότερα και το φλάουτο να τρυπώνει παιχνιδιάρικα.

Ακολουθεί στο ίδιο tempo αυτό το στεγνό σχεδόν απογυμνωμένο riff που θα αποπειραθεί να στήσει την βάση των κουπλέ. Είναι έξυπνα στημένο και δοσμένο κατά τρόπο τέτοιο ώστε να αφήσει χώρο για τα φωνητικά. Υπνωτικές -έτσι, κάνε την πρώτη αντιστοιχία με την εισαγωγή και το εναρκτήριο θέμα-, και αφηγηματικές οι φωνητικές γραμμές.

Η πρώτη αίσθηση μπορεί και να σε μουδιάσει. Καταλαβαίνω πως ενδόμυχα περίμενες -και περίμενα- αυτήν την λυρική ερμηνεία του καλωσορίσματος στον κόσμο του καινούριου μετά από 23 έτη, αλλά… Αλλά σύντομα θα καταλάβεις πως αυτό το φωνητικό μοτίβο των κουπλέ εξυπηρετεί την συνέχεια της σύνθεσης. Ναι ναι. Ξέρω πως η λαχτάρα και ο ενθουσιασμός φέρνουν καταστάσεις βιασύνης. Αλλά εδώ μιλάμε για Psychotic Waltz.

Η πολυφωνία στην κορύφωση της τελευταίας φράσης του κουπλέ λοιπόν σε προετοιμάζει για αυτήν ακριβώς τη συνέχεια. Ένα -ξανά- απλωτό, μα λυτρωτικό ρεφρέν που ανθίζει κυριαρχώντας στον χώρο.  Άκουσε το μεμονωμένα ξανά και κάνε focus στα μελωδικά του θέματα και στην φωνή που εδώ βγαίνει μπροστά όχι πάνω από αλλά μαζί με αυτά, δίνοντας τους και προτεραιότητα στην ανάπτυξη και εν τέλη συνυπάρχοντας μαζί τους. Σιγά σιγά μα εν τέλη κυριαρχικά.

Το δεύτερο κουπλέ θα ακολουθήσει, πάρε χρόνο και άκου τα πλήκτρα, βρίσκουν χρόνο να περπατήσουν υπόγεια. Παίρνουν όμως αμπάριζα στο ρεφρέν και τα μελωδικά του θέματα. Τα είπαμε και πριν μην τα ξαναλέμε.

Η πρώτη γέφυρα που ακολουθεί μετά το δεύτερο ρεφρέν και πριν το σόλο είναι ουσιαστικά ένα κουπλέ σε κλωνοποίηση, λειτουργεί όμως σαν ένας καμβάς για να μπουν αυτά τα -Mosquito- Psychotic στοιχεία που έχουν γίνει κάτι σαν άτυπα trademarks για την μπάντα. Η φωνή με τα effects, οι clean κιθάρες, τα τύμπανα σε μικρές εμφατικές δώσεις. Όλα αυτά, σε προετοιμάζουν για το σόλο που φτάνει.

Το ρεφρέν θα ξαναβγεί μπροστά και θα δώσει την θέση του στο σημείο που για μένα λειτουργεί ως πραγματική  συγκίνηση στο κομμάτι αυτό. Το πρώτο ακουστικό σημείο μετά από τόσα χρόνια. Όλα είναι ζεστά και γνώριμα εδώ, μέσα σε μια παράξενη θαλπωρή, η κιθάρα, η φωνή και οι μελωδίες της… Άκουσε της, τραγουδούν μια γλυκόπικρη ματαιότητα, ανησυχώντας και περιμένοντας… Το ξέσπασμα που έρχεται.

Ένα αγωνιώδες ξέσπασμα. Τι έχεις να πεις για τη φωνή εδώ; Μια στιγμιαία κατάσταση εσωτερικής παράνοιας που ψάχνει διέξοδο -άκου προσεκτικά- αλλά ταυτόχρονα  παρασέρνει πιο βαθιά σε μια κατάσταση rem μέσα στην οποία όμως συμβαίνει κάτι. Άκου τα πλήκτρα στο τελευταίο θέμα και συνέδεσε τα με την εισαγωγή…

Το πρώτο single είναι υπέροχο. Το κατατάσσουμε στη λίστα με τα απλωτά, υπνωτικά, Psychotic τραγούδια. Ελπίζουμε να γεμίσουμε και τις λίστες εκείνες που διψάνε για τον σουρεαλιστικό Psychotic τεχνοκρατισμό.

Δεν θα επιχειρήσω συγκρίσεις ή ταυτίσεις με το “Pull The String“, επίσης νέο κομμάτι, που έπαιξαν ζωντανά πριν κάποιο καιρό. Μια γενική ιδέα μπορείς να την πάρεις αλλά όχι παραπάνω από μια καταγραφή μιας live εκτέλεσης από κάμερα κινητού.

Z-Lot-Z – Power Of One – Οι οραματιστές από το Houston και η καταγραφή της πορείας τους

Οι Ζηλωτές ήταν ένα είδος πολιτικού κόμματος, που υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των χαμηλών τάξεων (μικροκαλλιεργητών, μικροϊδιοκτητών, εργατών και ναυτικών) απέναντι στους πλούσιους, τους υπερέχοντες και τους δυνατούς. Στα χρόνια παρακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας (13ος-14ος αιώνας), η Θεσσαλονίκη, αντίθετα από άλλες πόλεις, διατήρησε και αύξησε την πνευματική και την εμπορική της δραστηριότητα και γι’ αυτό της είχε δοθεί το προνόμιο να είναι αυτοδιοικούμενη. Εδώ λειτουργούσαν κατώτερα και μέσα σχολεία, αλλά και ανώτατες σχολές Μαθηματικών, Νομικής, Φιλοσοφίας και Ρητορικής. Τους μισθούς των δασκάλων τους μάλιστα πλήρωναν οι αρχές της πόλης. Την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε εδώ το κίνημα των Ζηλωτών, που ήταν πρωτόγνωρο για την αυτοκρατορία και την εποχή αυτή.

Οι ζηλωτές, η Θεσσαλονίκη.. Τι μπορεί να έχει το παραπάνω κείμενο από την Βικπαίδεια ως εισαγωγή σε ένα μουσικό άρθρο; Αν βάλω στο τραπέζι και λίγο ατσάλι από μια από της αγαπημένες μας Αμερικανικές πολιτείες, θα το κάνω πιο εύκολο; Διάβασε και θα καταλάβεις…

Από το Houston του Texas των ΗΠΑ μας έρχεται μια από τις πιο γοητευτικά παράξενες, ανατρεπτικές και ιδιαίτερες μπάντες της σκηνής.

Οι Z-Lot-Z βασικά Heavy Metal έπαιζαν, αλλά στον ήχο τους θα συναντήσει κανείς αρκετά Prog στοιχεία, περιπετειώδης δομές και έναν εντελώς δικό τους τρόπο αντίληψης στο κομμάτι του song writing.

Ένα demo μας έδωσαν το 1992. Από τις πρώτες νότες του “The Shadow” καταλαβαίνεις ότι εδώ δεν έχεις να κάνεις με την τυποποιημένη Heavy Metal μπαντούλα της διπλανής πόρτας. Μελωδίες, στακάτο και into the point riffing, πλήκτρα και ρεφραινάρες. Αυτά είναι τα βασικά Z Lot Z συστατικά.

Το ντεμπούτο “Tearing At Your Mind” θα έρθει 3 χρόνια αργότερα σε κοπή που θα κάνει η ίδια η μπάντα. Το ηχητικό τους μοτίβο κρατάει τις βασικές του σταθερές, παρόλα αυτά είναι ολοφάνερο πως η μπάντα έχει διανύσει αρκετά χιλιόμετρα ψάχνοντας τον ήχο της. το riffing ακόμα πιο ενδιαφέρον, οι φωνητικές μελωδίες βγαίνουν μπροστά, ενώ οι παράξενα εξωτικές μελωδίες που ντύνουν κομμάτια όπως το “Eye Of The Beholder” είναι πλέον σήμα κατατεθέν των Z.

Στο “Soul Existence” του 1998 η μπάντα θα κρατήσει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που την κάνουν αναγνωρίσιμη και ιδιαίτερη. Η αίσθηση της μελωδίας, η φωνή, και κυρίως αυτή η περιπετειώδης αίσθηση στις συνθέσεις, τα πάντα είναι εδώ. Τραγούδια σημεία αναφοράς της πορείας τους όπως τα “Remember” -παίζει να είναι από τα αγαπημένα μου Z Lot Z έπη- και “Whirlwind” βρίσκονται σε αυτό το άλμπουμ.

Ντεμπούτο και demo θα επανακυκλοφορήσουν στις αρχές των 00ς από την Molten Metal USA. Το demo θα πάρει την μορφή Mini CD και θα βγει στην αγορά ως “92” (2000) θα έχει όμως ένα κομμάτι λιγότερο. Ο λόγος για το “Stay Alive” που θα μείνει έξω και θα δώσει την θέση του στο “In My Heart” που είναι ουσιαστικά κομμάτι που δεν μπήκε στο “Soul Existence”. Στο Mini CD εκείνο υπάρχει και ένα live video του “Shadow”.

Στην δε Molten Metal επανακυκλοφορία του ντεμπούτου (2002) ο ήχος είναι διαφορετικός σε σχέση με την αρχική έκδοση εξαιτίας του τότε re-mastering ενώ υπάρχουν σαν bonus 5 κομμάτια από το demo, το “Stay Alive” λείπει ξανά -μα γιατί το άφηναν έξω είναι κομματάρα-, ενώ ούτε το “In My Heart” outtake υπάρχει εκεί.

Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω και με δεδομένο ότι τόσο τα first presses όσο και η επανακυκλοφορίες που έγιναν πριν σχεδόν 20 χρόνια είναι σε καθεστώς εξαφάνισης καταλαβαίνει κανείς πως υπάρχει μάλλον επιτακτική ανάγκη, συγκέντρωσης, ταξινόμησης και συνολικής παρουσίασης του υλικού των Τεξανών. Και αυτό κάνει η Arkeyn Steel Records από την Θεσσαλονίκη. Με την διπλή ανθολογία “Power Of One” βάζει τα πράγματα σε τάξη.

Η συγκεκριμένη επανακυκλοφορία περιλαμβάνει ότι έχουν ηχογραφήσει οι Z-Lot-Z. Η εταιρία έχοντας στην διάθεση της τα αρχικά DAT από το ντεμπούτο και το demo, πιάνει δουλειά και μπαίνει στην διαδικασία ενός εντελώς καινούριου mastering. Για πρώτη φορά από το 1992 το demo -που αν θέλετε και την γνώμη μου είναι το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο στην ιστορία τους-, παρουσιάζεται στην ολότητα του με το πλήρες tracklist που περιέχει και το “χαμένο” “Stay Alive” κομμάτι. Το ντεμπούτο δείχνει πραγματικά τα δόντια του, με το νέο mastering ενώ το πρώτο CD του διπλού reissue κλείνει με το bonus outtake “In My Heart” για να μην μείνει κανένας παραπονεμένος.

Ακούγοντας και τις εκ νέου remastered εκδοχές του υλικού από το δεύτερο άλμπουμ που κοσμεί το δεύτερο “Power Of One” CD μπορώ με σιγουριά να πω πως πλέον το υλικό “αναπνέει”, βγάζοντας μπροστά μια ιδιαίτερη δυναμική. Επιτέλους μπορώ να ακούω το “Remember” στο repeat απολαμβάνοντας τα Proggy τύμπανα του όπως έπρεπε να ακούγονται εδώ και χρόνια.

Για κερασάκι στην τούρτα στο δεύτερο CD υπάρχουν και 2 bonus live tracks. Η ζωντανά ηχογραφημένη εκτέλεση του “The Shadow” από το 92. Και η ακουστική εκτελεσάρα του “Shelter” από το Metalurgy τηλεοπτικό show Αμερικάνικης καλωδιακής, ξανά από το 92. Ε ναι βλέπεις τότε η τηλεόραση έβγαζε και καμιά Metal μπάντα. Σήμερα μόνο Τατιάνες.

Ακόμα μια αξιόλογη μπάντα από την ιστορία του Αμερικάνικου ατσαλιού, παρουσιάζεται όπως της πρέπει λοιπόν. Για λεπτομέρειες σχετικά με την ιστορία τους κτλ θα σας παραπέμψω στο booklet της επανακυκλοφορίας το οποίο θα σας καλύψει και με το παραπάνω. Εδώ σε πρώτη φάση γίνεται ένα πρώτο focus στην μουσική. Και ναι υπάρχουν αυτοί που ξέρουν από παλιά περί Z Lot Z, υπάρχουν αυτοί που ψάχνουν εδώ και χρόνια το υλικό της μπάντας και φυσικά εκείνοι που τους ακούν για πρώτη φορά. Η συγκεκριμένη επανακυκλοφορία έχει να δώσει σε όλους. Όλα σε ένα νοικοκυρεμένα που έλεγε και η διαφήμιση.

Υπομονή μέχρι τον Δεκέμβρη, οπού το CD θα δει το φως της μέρας.

 

Οι Protean Shield και το ανορθόδοξο στο επικό Metal

Τον τελευταίο καιρό παρακολουθώ με μεγάλη προσοχή τα demo  βήματα μιας μπάντας από την Αττική οι οποίοι ακούν στο όνομα Protean Shield. Είναι προφανές και πάρα πολύ εύκολα αντιληπτό εξαιτίας του ονόματος ότι η συγκεκριμένη μπάντα κινείται στα μονοπάτια του Επικού Metal.

Στις 7 Ιουνίου 2019 η μπάντα ανεβάζει το πρώτο δείγμα γραφής της. Μια demo ηχογράφηση του κομματιού “Steel Of Ages“. Παρόλα τα υπαρκτά τεχνικά ζητήματα σε αυτό το δείγμα, υπάρχουν κάποια έντονα χαρακτηριστικά τόσο στον ήχο όσο και στο ύφος της μπάντας τα οποία δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να περάσουν απαρατήρητα.

Οι Shield προσεγγίζουν το συγκεκριμένο το επικό ατσάλι τους με μια ιδιαίτερη νοοτροπία στον τομέα της σύνθεσης και της δομής: Ακούγονται αφηγηματικοί, και δεν αναφέρομαι αγαπητέ αναγνώστη στην ερμηνεία και τους στίχους μα στην ίδια την μουσική και τα βασικά συστατικά -κιθαριστικά θέματα ντε-, που αποτελούν τον σκελετό για αυτή την πρώτη τους σύνθεση.

Σχεδόν ένα μήνα μετά στις 19 Ιουλίου 2019 το σχήμα ανεβάζει μια βελτιωμένη εκτέλεση του κομματιού, στην οποία ακούμε reworked όλον τον σκελετό του κομματιού, υπάρχει η προσθήκη main lead guitar part -και μερικών extra leads σημείων στο κομμάτι- και η επαναηχογράφηση των φωνητικών με άλλον τραγουδιστή. Οι βελτιώσεις αυτές κάνουν σαφέστερο και καλύτερα αντιληπτό στον ακροατή το καλλιτεχνικό μήνυμα του σχήματος. Και πάνω σε αυτό θα επεκταθώ παρακάτω.

Ας κρατήσουμε για την ώρα την αφηγηματική τους μουσική -το τονίζω πάλι- προσέγγιση. Ας βάλουμε στο τραπέζι και το γεγονός ότι συνειδητά επιλέγουν τα βασικά τους θέματα -όχι μόνο τα riffs αλλά και οι lead μελωδίες- να βασίζονται σε ένα ανορθόδοξο πολλές φορές μοτίβο. Αυτό μπορεί να είναι εμφανές σαν “τάση” στο πρώτο κομμάτι το οποίο αναλύουμε αλλά έχει και συνέχεια.

Στις 26 Αυγούστου 2019 η μπάντα δίνει στην δημοσιότητα και δεύτερο δείγμα με τίτλο “Pendulum“. Και εδώ τα πράγματα γίνονται πιο ξεκάθαρα. Και στον ακροατή γεννιέται το παρακάτω ερώτημα; “Πότε ήταν η τελευταία φορά που ένα Επικό Metal τραγούδι μέσα στην ένταση του, έβαλε και το μυαλό σου να δουλέψει;“.

Εδώ η μπάντα ακούγεται ακόμα περισσότερο αφηγηματική -μια και μόνο ακρόαση στις φωνητικές γραμμές του κουπλέ θα σε πείσει-. Ενώ ο περιπετειώδης, ανορθόδοξος και εν τέλη αντισυμβατικός τρόπος γραφής τους γίνεται πλέον σήμα κατατεθέν. Αν μάλιστα αγαπητέ αναγνώστη θέλεις να κρατήσεις τους χαρακτηρισμούς “περιπετειώδης”, “ανορθόδοξος” και “αντισυμβατικός” για να αναφερθείς και στην γενική δομή βάση της οποίας είναι στημένο το κομμάτι, θα με βρεις απόλυτα σύμφωνο. Η αρχή, η μέση και το τέλος γίνονται γοητευτικά δυσδιάκριτα εδώ και γουστάρω. Και ναι το αρχικό riff – κάλεσμα στη μάχη δείχνει την πραγματική δυναμική του ακριβώς επειδή συνυπάρχει με τα υπόλοιπα θέματα εδώ – διαφορά δυναμικής, right place, right time.

Το μέχρι τώρα υλικό τούτης της μπάντας με συγκίνησε για ένα βασικό λόγο, μου υπενθύμισε την προσωπική ταύτιση και κλίση που έχω σαν ακροατής με μια χούφτα επικά Metal άλμπουμ που βάζουν το μυαλό σε εγρήγορση. Θέλεις η ανατρεπτική μουσική θεματολογία τους; Θέλεις οι ανορθόδοξες δομές στα τραγούδια τους; Θέλεις η αιρετική προσέγγιση τους σε πολλά από τα standards αυτού του ήχου ή η σκοτεινή τους προδιάθεση, όπως και να το κάνεις μιλάμε για άλμπουμ που απέχουν από τον σωρό.

Για την ώρα όμως θα επικεντρωθώ στους δίσκους και τα σχήματα που πιστεύω πως αντιστοιχούν και ως επιρροές για την μπάντα.

Θα αναφερθώ λοιπόν σίγουρα στο τρίτο άλμπουμ των The Lord Weird Slough Feg (Down Among the Deadmen – 2000 στην Dragonheart). Άνετα θα μπορούσα να αναφερθώ και στα δύο πρώτα τους, αλλά νομίζω πως με το τρίτο έκαναν ξεκάθαρο το στίγμα τους για την ανορθόδοξη σχολή την οποία οι ίδιοι δημιούργησαν και σταδιακά δυστυχώς εγκατέλειψαν).

Το δεύτερο άλμπουμ το οποίο θα ήθελα να αναφέρω σαν επιρροή είναι το ντεμπούτο ενός Αμερικανικό – Ιταλικού project στην Ιταλική My Graveyard Productions. Αναφέρομαι στο άλμπουμ “An Age Undreamt Of…” των Hyborian Steel. Ορμητικό και πολεμοχαρές το στίγμα του δίσκου μα με μια εντελώς ομιχλώδη και ιδιαίτερη προσέγγιση που εν τέλη εγώ την βρίσκω με κάποιο τρόπο μπροστά μου σε αυτά τα πρώτα βήματα των Αθηναίων Protean Shield. Ακούστε και κρίνετε και μόνοι σας εν τέλη.

Δεν θα αναλύσω κάτι παραπάνω για την ώρα. Η μπάντα μάλιστα έχει σταθεί και ιδιαίτερα γενναιόδωρη δίνοντας μου να ακούσω και ένα τρίτο κομμάτι το οποίο θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω ως άριστο επιχείρημα για όλα τα παραπάνω, μα θα σιωπήσω και θα περιμένω να επεκταθώ αναλυτικά όταν το κομμάτι θα βγει στο φως της μέρας.

Για την ώρα μπορείτε να ακούσετε το υλικό τους και βγάλτε τα δικά σας συμπεράσματα.

Εδώ έχουμε πιάσει ψιλή κουβέντα για πάρτι τους. Κόπιασε.

Χρήστος Παπαδάκης