Κατηγορία: Άρθρα

Οι STYGIAN CROWN, το Αμερικάνικο Doom Metal underground και μια Ιταλική ετικέτα

Ο Tom Philips των While Heaven Wept συνεργάζεται εδώ και καιρό με την Cruz Del Sur Music και το αποτέλεσμα είναι αρκετές σημαντικές μπάντες του Αμερικάνικου Doom Metal underground των τελευταίων 20-25 ετών, να υπογράφουν συμβόλαιο με την Ιταλική Cruz Del Sur.

Τα παραδείγματα των Orodruin, Ogre και Pale Divine είναι χαρακτηριστικά και όσα δείγματα γραφής – κυκλοφορίες έχουν εμφανιστεί μέχρι στιγμής ως καρποί αυτής της συνεργασίας είναι κάτι παραπάνω από αξιόλογα -δεν νομίζω ότι χρειάζεται να τα ξαναπούμε για τους Orodruin και την δισκάρα τους έτσι; Για καλό και για κακό πάντως, τσέκαρε τι έχω γράψει εδώ και τι έχουμε κουβεντιάσει στο forum του Forgotten Scroll.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι προστίθενται στον κατάλογο μιας δυνατής Ευρωπαϊκής Metal εταιρίας, σημαντικά Doom Metal ονόματα που ήδη μετρούν χιλιόμετρα παρουσίας με demoγραφία και δισκογραφία -και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και live εμφανίσεις μακριά από τα Αμερικανικά σύνορα, στην Ευρώπη- δίνοντας το στίγμα τους μέσα στις έτσι και αλλιώς περίεργα δύσκολες στις ΗΠΑ συνθήκες, αποτελώντας κομμάτι μιας ευρύτερης -χωροταξικά- σκηνής που τις δύο τελευταίες δεκαετίας έχει περάσει αρκετές διακυμάνσεις, ναι στην Doom Metal σκηνή αναφέρομαι.

Και αν όλα τα παραπάνω σου φαίνονται θεωρίες  μπορώ να σου αναφέρω παραδείγματα όπως εκείνο το live των Iron Man επί Αμερικανικού -προφανώς- εδάφους που δεν έγινε ποτέ μιας και δεν πάτησε το πόδι του κανείς -ιστορία που μου κατέθεσε ο Alfonso Polo των Question Of Madness μιας ως ο ένας που πήγε μέχρι το club που θα γίνονταν η συναυλία-.

OK, τα πράγματα αλλάζουν θα μου πεις: Η γενικότερη -στα πλαίσια του underground- κατάσταση της αναβιώσεις του Heavy Metal στις ΗΠΑ με έμφαση στην Ευρωπαϊκή 80ς σχολή του, με τις νέες μπάντες, τα μικρά φεστιβάλ, τα κασέτοlabels αλλά και η παλιότερη ιστορία των reunions, όλα αυτά έχουν σίγουρα επηρεάσει και τον Doom Metal μικρόκοσμο. Νέες μπάντες εμφανίζονται είτε έχοντας μια ξεκάθαρη Doom Metal κατεύθυνση είτε κρατώντας ισορροπίες βάζοντας και το κλασσικό Heavy Metal στοιχείο έντονο στον ήχο τους, -σκέψου σε πόσους σημαντικούς δίσκους του 2019 συνάντησες την “Heavy Metal, combined with Epic Metal, combined with Doom Metal” φόρμουλα-. Δεν είναι όμως μόνο το νέο αίμα: αρκετές παλαιότερες μπάντες μοιάζουν να ξυπνάνε από κάποιου είδους λήθαργο.

Και εδώ είναι που έχει νόημα μια συντονισμένη προσπάθεια ώστε αρχικά αυτές οι τελευταίες μπάντες -αλλά και νεότερες- να βρουν ένα νέο δισκογραφικό σπίτι αλλά και περισσότερες πόρτες ανοιχτές για την Ευρώπη, με τα άλμπουμ τους σε περισσότερες δισκοθήκες. Έτσι και αλλιώς ο Philips έζησε αρκετά από αυτά τα σχήματα στην γέννηση τους, στα 90ς, στα early 00s κτλ. Ο ρόλος του λοιπόν εδώ ως συνδετικός κρίκος μεταξύ σχημάτων και Cruz Del Sur είναι κάτι παραπάνω από ουσιαστικός.

Στα μάτια τα δικά μου δε και αυτό το καταθέτω σαν προσωπική άποψη κυρίως, το να βλέπω όλα αυτά τα σχήματα συγκεντρωμένα κάτω από μια δυνατή ετικέτα αποτελεί και ένα είδους απολογισμού για τα πεπραγμένα μιας σκηνής -ή ενός κομματιού της αν προτιμάτε- που αν μη τι άλλο άντεξε στο χρόνο. Αλλαγή κεφαλαίου; Επόμενο level; Θα το δείξουν οι δίσκοι…

Το επόμενο σχήμα που μπήκε στον Cruz Del Sur κατάλογο ετοιμάζοντας ντεμπούτο είναι οι Καλιφορνέζοι Stygian Crown. Νεότερη χρονολογικά μπάντα σε σχέση με τις προηγούμενες που αναφέρθηκαν. Με αφορμή την ανακοίνωση για το επερχόμενο ντεμπούτο τους, θέλω να γράψω δύο λόγια τόσο για την μπάντα όσο για την μια και μοναδική -μα μνημειώδης για μένα- κυκλοφορία τος.

Το “Through Divine Rite” demo των Stygian Crown κυκλοφόρησε το 2018. Παρόλα αυτά αν ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στη σύνθεση τους θα ανακαλύψουμε ρίζες που μας πάνε αρκετά μακριά, πίσω στα 90ς.

Βλέπεις ο πνευματικός μπαμπάς της μπάντας δεν είναι άλλος από τον Rhett A. Davis, ντράμερ στην ίσως σημαντικότερη Doom / Death Metal που μας έδωσε η Καλιφόρνια και αναφέρομαι στους δυστυχώς διαλυμένους πλέον Morgion. Για την πορεία των Morgion θα χρειαζόμουν τόνους μελανιού αν ξεκινούσα να κάνω έστω και μια βασική αναφορά. Πάντως αν το Doom Metal ήταν υπόθεση που σε αφορούσε στα 90ς έχεις σίγουρα λιώσει τουλάχιστον τα “Among Majestic Ruin” και “Solinari” άλμπουμ τους. Όχι;

Οι μυημένοι σε Doom / Death σπήλαια, ίσως θυμούνται τον Rhett και από την συμμετοχή του στους Keen Of The Crow και Crimson Relic. Ο κατάλογος συμμετοχών του Rhatt σε σχήματα μεγαλώνει και άλλο παρόλα αυτά, και θα έλεγα με πολύ μεγάλη σιγουριά πως η θητεία του στους Death / Black Thrashers Gravehill -και στους Divine Eve που επίσης παντρεύουν Thrash, Black και Death Metal- πρέπει να αναφερθεί μιας και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον ήχο των Stygian Crown.

Ναι, υπάρχουν ακόμα δύο μέλη στο line up που προέρχονται από ακραίες μπάντες, ο Jason Thomas, μπασίστας των Gravehill και ο κιθαρίστας Andy Hicks που έρχεται από τους θεούς Morbid Eclipse -αν γουστάρεις σαλεμένο συνδυασμό Black με Thrash Metal τότε πρέπει να τσεκάρεις οπωσδήποτε το “Poison Winds” άλμπουμ τους του 2018-.

Οπότε έχουμε μια κατάσταση μιας μπάντας που θέλει να παίξει Doom Metal με 3 από τα 5 μέλη της να έχουν σοβαρή παρουσία σε άλλες ακραίες μπάντες. Και εκεί που θα περίμενε κανείς να τραβηχτεί -ίσως- μια διαχωριστική γραμμή, βλέπουμε τελικά πολλές από τις επιρροές και ένα μεγάλο μέρος του vibe με κεντρικό σημείο αναφοράς το Metal με πιο extreme κατευθύνσεις, να φιλτράρονται έξυπνα ως στοιχεία στον Stygian Crown ήχο. Ο Davis αναφορικά μιλά ξεκάθαρα για το ηχητικό πάντρεμα Candlemass με Bolt Thrower. Οπότε το στίγμα είναι σαφέστατο.

Το line up συμπληρώνουν ο κιθαρίστας Nelson Miranda και η τραγουδίστρια Melissa Pinion που θα φέρει όλες τις αφηγηματικά υμνικές φωνητικές αρετές της μέσα στο Stygian Crown μοτίβο.

Όλα τα παραπάνω αποτυπώνονται μουσικά στο “Through Divine Rite” demo προκαλεί πραγματικό σοκ. Τρία μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια που ανεβάζουν τον πήχη στα ύψη. Στιβαρό riffing που ελίσσεται έξυπνα παρόλα αυτά. Ναι υπάρχουν οι Candlemass και οι Black Sabbath σαν starting point επιρροές, φιλτράρονται όμως έξυπνα. Υπάρχει αυτή η σκοτεινή μελωδικότητα στα lead guitar parts, και το κυριότερο: όλα αυτά είναι δοσμένα με μια λογική που θα σε πάει κατευθείαν στα ακραία Metal μονοπάτια που λέγαμε πριν και μάλιστα στην τεχνική πολλές φορές εκδοχή τους με breaks, ρυθμικές εναλλαγές αλλά και τον σωστό όγκο στις κιθάρες.

Και πάνω από όλα αυτά έρχεται η φωνή της Melissa να απογειώσει στην κυριολεξία το υλικό. Αφηγηματικά υμνική, δημιουργεί τις πιο υπέροχες φωνητικές μελωδίες που θα μπορούσες να ζητήσεις από ένα Doom Metal τραγούδι. Η χροιά της την βοηθά πάρα πολύ αλλά αυτό που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι οι μελωδικές φωνητικές γραμμές που βγάζει στο προσκήνιο. Νότα την νότα πλέκει έναν αδιαπέραστο ιστό που κυριαρχεί ολοκληρωτικά πάνω στα κομμάτια. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό αυτό που συμβαίνει εδώ.

Γενικά η μπάντα έχει δουλέψει στο έπακρο τα κομμάτια της: Δομές που κρατάνε τον ακροατή σε εγρήγορση,  ποικιλία στο riffing, ενδιαφέρουσα ρυθμική λογική, όγκος και να μην ξεχάσω να αναφέρω και το υπέροχο ακουστικό ιντερλούδιο που υπάρχει στην ομώνυμη “Through Divine Rite” σύνθεση. Η παραγωγή των τριών κομματιών είναι επίσης υποδειγματική.

Κλείνοντας θα πω πως πραγματικά αναρωτιέμαι: αν έχουμε αυτά τα δείγματα γραφής, εκτέλεσης και παραγωγής σε ένα demo του 2018, τι να περιμένουμε από το επερχόμενο full length του 2020;

Τα ραντάρ ανοιχτά λοιπόν. Stygian Crown. Το επόμενο κεφάλαιο σε μια σειρά από ενδιαφέροντα πράγματα που συμβαίνουν στον Doom Metal κόσμο μιας Ιταλικής ετικέτας.

Photo: Liz / Lone Wolf Productions 

Psychotic Waltz – “Devils and Angels” – Η αρχή του τέλους ενός κύκλου αναμονής

Το 1996, η χρονιά δηλαδή που κυκλοφόρησε το “Bleeding” των Psychotic Waltz είναι αρκετά μακριά. 23 χρόνια αναμονής για νέο υλικό από μια μπάντα που διέλυσε και σταδιακά επανασύνδεσε τα κομμάτια του παζλ της, δεν είναι λίγα. Και ξέρεις ε; Τούτο εδώ το single κλείνει ουσιαστικά αυτόν τον κύκλο αναμονής.

Με την εισαγωγή σαν να σου κόβεται η ανάσα, και ειδικά στην ένταση της πρώτης ακρόασης δεν έχεις προλάβει να ενεργοποιήσεις την διορατικότητα σου ή τέλος πάντων το όποιο experience έχεις αποκτήσει σκαλίζοντας τους Psychotic ήχους, ώστε να θυμηθείς πως ή μπάντα συνηθίζει -τουλάχιστον στην τελευταία της περίοδο εκεί κοντά στο 1996 του “Bleeding”- να σου κάνει γνωστές τις προθέσεις σε κάθε κομμάτι, από την αρχή κιόλας…

Έτσι εδώ έχουμε μια υπνωτικά απλωμένη εισαγωγή με το φλάουτο να ξεκινά να φτιάχνει το πορτραίτο – μοτίβο που σε προετοιμάζει για το τι θα ακολουθήσει – ναι ok είπαμε, όταν βγεις από την κατάσταση σοκ-.

Το πομπώδες μοτίβο του intro παίρνει μορφή και γίνεται το πρώτο κιθαριστικό θέμα της σύνθεσης. Ξεδιπλώνεται και αφήνεται να πλημμυρίσει το χώρο. Υπνωτικά λυτρωτικό με τα πλήκτρα να το σηκώνουν ψηλότερα και το φλάουτο να τρυπώνει παιχνιδιάρικα.

Ακολουθεί στο ίδιο tempo αυτό το στεγνό σχεδόν απογυμνωμένο riff που θα αποπειραθεί να στήσει την βάση των κουπλέ. Είναι έξυπνα στημένο και δοσμένο κατά τρόπο τέτοιο ώστε να αφήσει χώρο για τα φωνητικά. Υπνωτικές -έτσι, κάνε την πρώτη αντιστοιχία με την εισαγωγή και το εναρκτήριο θέμα-, και αφηγηματικές οι φωνητικές γραμμές.

Η πρώτη αίσθηση μπορεί και να σε μουδιάσει. Καταλαβαίνω πως ενδόμυχα περίμενες -και περίμενα- αυτήν την λυρική ερμηνεία του καλωσορίσματος στον κόσμο του καινούριου μετά από 23 έτη, αλλά… Αλλά σύντομα θα καταλάβεις πως αυτό το φωνητικό μοτίβο των κουπλέ εξυπηρετεί την συνέχεια της σύνθεσης. Ναι ναι. Ξέρω πως η λαχτάρα και ο ενθουσιασμός φέρνουν καταστάσεις βιασύνης. Αλλά εδώ μιλάμε για Psychotic Waltz.

Η πολυφωνία στην κορύφωση της τελευταίας φράσης του κουπλέ λοιπόν σε προετοιμάζει για αυτήν ακριβώς τη συνέχεια. Ένα -ξανά- απλωτό, μα λυτρωτικό ρεφρέν που ανθίζει κυριαρχώντας στον χώρο.  Άκουσε το μεμονωμένα ξανά και κάνε focus στα μελωδικά του θέματα και στην φωνή που εδώ βγαίνει μπροστά όχι πάνω από αλλά μαζί με αυτά, δίνοντας τους και προτεραιότητα στην ανάπτυξη και εν τέλη συνυπάρχοντας μαζί τους. Σιγά σιγά μα εν τέλη κυριαρχικά.

Το δεύτερο κουπλέ θα ακολουθήσει, πάρε χρόνο και άκου τα πλήκτρα, βρίσκουν χρόνο να περπατήσουν υπόγεια. Παίρνουν όμως αμπάριζα στο ρεφρέν και τα μελωδικά του θέματα. Τα είπαμε και πριν μην τα ξαναλέμε.

Η πρώτη γέφυρα που ακολουθεί μετά το δεύτερο ρεφρέν και πριν το σόλο είναι ουσιαστικά ένα κουπλέ σε κλωνοποίηση, λειτουργεί όμως σαν ένας καμβάς για να μπουν αυτά τα -Mosquito- Psychotic στοιχεία που έχουν γίνει κάτι σαν άτυπα trademarks για την μπάντα. Η φωνή με τα effects, οι clean κιθάρες, τα τύμπανα σε μικρές εμφατικές δώσεις. Όλα αυτά, σε προετοιμάζουν για το σόλο που φτάνει.

Το ρεφρέν θα ξαναβγεί μπροστά και θα δώσει την θέση του στο σημείο που για μένα λειτουργεί ως πραγματική  συγκίνηση στο κομμάτι αυτό. Το πρώτο ακουστικό σημείο μετά από τόσα χρόνια. Όλα είναι ζεστά και γνώριμα εδώ, μέσα σε μια παράξενη θαλπωρή, η κιθάρα, η φωνή και οι μελωδίες της… Άκουσε της, τραγουδούν μια γλυκόπικρη ματαιότητα, ανησυχώντας και περιμένοντας… Το ξέσπασμα που έρχεται.

Ένα αγωνιώδες ξέσπασμα. Τι έχεις να πεις για τη φωνή εδώ; Μια στιγμιαία κατάσταση εσωτερικής παράνοιας που ψάχνει διέξοδο -άκου προσεκτικά- αλλά ταυτόχρονα  παρασέρνει πιο βαθιά σε μια κατάσταση rem μέσα στην οποία όμως συμβαίνει κάτι. Άκου τα πλήκτρα στο τελευταίο θέμα και συνέδεσε τα με την εισαγωγή…

Το πρώτο single είναι υπέροχο. Το κατατάσσουμε στη λίστα με τα απλωτά, υπνωτικά, Psychotic τραγούδια. Ελπίζουμε να γεμίσουμε και τις λίστες εκείνες που διψάνε για τον σουρεαλιστικό Psychotic τεχνοκρατισμό.

Δεν θα επιχειρήσω συγκρίσεις ή ταυτίσεις με το “Pull The String“, επίσης νέο κομμάτι, που έπαιξαν ζωντανά πριν κάποιο καιρό. Μια γενική ιδέα μπορείς να την πάρεις αλλά όχι παραπάνω από μια καταγραφή μιας live εκτέλεσης από κάμερα κινητού.

Z-Lot-Z – Power Of One – Οι οραματιστές από το Houston και η καταγραφή της πορείας τους

Οι Ζηλωτές ήταν ένα είδος πολιτικού κόμματος, που υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των χαμηλών τάξεων (μικροκαλλιεργητών, μικροϊδιοκτητών, εργατών και ναυτικών) απέναντι στους πλούσιους, τους υπερέχοντες και τους δυνατούς. Στα χρόνια παρακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας (13ος-14ος αιώνας), η Θεσσαλονίκη, αντίθετα από άλλες πόλεις, διατήρησε και αύξησε την πνευματική και την εμπορική της δραστηριότητα και γι’ αυτό της είχε δοθεί το προνόμιο να είναι αυτοδιοικούμενη. Εδώ λειτουργούσαν κατώτερα και μέσα σχολεία, αλλά και ανώτατες σχολές Μαθηματικών, Νομικής, Φιλοσοφίας και Ρητορικής. Τους μισθούς των δασκάλων τους μάλιστα πλήρωναν οι αρχές της πόλης. Την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε εδώ το κίνημα των Ζηλωτών, που ήταν πρωτόγνωρο για την αυτοκρατορία και την εποχή αυτή.

Οι ζηλωτές, η Θεσσαλονίκη.. Τι μπορεί να έχει το παραπάνω κείμενο από την Βικπαίδεια ως εισαγωγή σε ένα μουσικό άρθρο; Αν βάλω στο τραπέζι και λίγο ατσάλι από μια από της αγαπημένες μας Αμερικανικές πολιτείες, θα το κάνω πιο εύκολο; Διάβασε και θα καταλάβεις…

Από το Houston του Texas των ΗΠΑ μας έρχεται μια από τις πιο γοητευτικά παράξενες, ανατρεπτικές και ιδιαίτερες μπάντες της σκηνής.

Οι Z-Lot-Z βασικά Heavy Metal έπαιζαν, αλλά στον ήχο τους θα συναντήσει κανείς αρκετά Prog στοιχεία, περιπετειώδης δομές και έναν εντελώς δικό τους τρόπο αντίληψης στο κομμάτι του song writing.

Ένα demo μας έδωσαν το 1992. Από τις πρώτες νότες του “The Shadow” καταλαβαίνεις ότι εδώ δεν έχεις να κάνεις με την τυποποιημένη Heavy Metal μπαντούλα της διπλανής πόρτας. Μελωδίες, στακάτο και into the point riffing, πλήκτρα και ρεφραινάρες. Αυτά είναι τα βασικά Z Lot Z συστατικά.

Το ντεμπούτο “Tearing At Your Mind” θα έρθει 3 χρόνια αργότερα σε κοπή που θα κάνει η ίδια η μπάντα. Το ηχητικό τους μοτίβο κρατάει τις βασικές του σταθερές, παρόλα αυτά είναι ολοφάνερο πως η μπάντα έχει διανύσει αρκετά χιλιόμετρα ψάχνοντας τον ήχο της. το riffing ακόμα πιο ενδιαφέρον, οι φωνητικές μελωδίες βγαίνουν μπροστά, ενώ οι παράξενα εξωτικές μελωδίες που ντύνουν κομμάτια όπως το “Eye Of The Beholder” είναι πλέον σήμα κατατεθέν των Z.

Στο “Soul Existence” του 1998 η μπάντα θα κρατήσει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που την κάνουν αναγνωρίσιμη και ιδιαίτερη. Η αίσθηση της μελωδίας, η φωνή, και κυρίως αυτή η περιπετειώδης αίσθηση στις συνθέσεις, τα πάντα είναι εδώ. Τραγούδια σημεία αναφοράς της πορείας τους όπως τα “Remember” -παίζει να είναι από τα αγαπημένα μου Z Lot Z έπη- και “Whirlwind” βρίσκονται σε αυτό το άλμπουμ.

Ντεμπούτο και demo θα επανακυκλοφορήσουν στις αρχές των 00ς από την Molten Metal USA. Το demo θα πάρει την μορφή Mini CD και θα βγει στην αγορά ως “92” (2000) θα έχει όμως ένα κομμάτι λιγότερο. Ο λόγος για το “Stay Alive” που θα μείνει έξω και θα δώσει την θέση του στο “In My Heart” που είναι ουσιαστικά κομμάτι που δεν μπήκε στο “Soul Existence”. Στο Mini CD εκείνο υπάρχει και ένα live video του “Shadow”.

Στην δε Molten Metal επανακυκλοφορία του ντεμπούτου (2002) ο ήχος είναι διαφορετικός σε σχέση με την αρχική έκδοση εξαιτίας του τότε re-mastering ενώ υπάρχουν σαν bonus 5 κομμάτια από το demo, το “Stay Alive” λείπει ξανά -μα γιατί το άφηναν έξω είναι κομματάρα-, ενώ ούτε το “In My Heart” outtake υπάρχει εκεί.

Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω και με δεδομένο ότι τόσο τα first presses όσο και η επανακυκλοφορίες που έγιναν πριν σχεδόν 20 χρόνια είναι σε καθεστώς εξαφάνισης καταλαβαίνει κανείς πως υπάρχει μάλλον επιτακτική ανάγκη, συγκέντρωσης, ταξινόμησης και συνολικής παρουσίασης του υλικού των Τεξανών. Και αυτό κάνει η Arkeyn Steel Records από την Θεσσαλονίκη. Με την διπλή ανθολογία “Power Of One” βάζει τα πράγματα σε τάξη.

Η συγκεκριμένη επανακυκλοφορία περιλαμβάνει ότι έχουν ηχογραφήσει οι Z-Lot-Z. Η εταιρία έχοντας στην διάθεση της τα αρχικά DAT από το ντεμπούτο και το demo, πιάνει δουλειά και μπαίνει στην διαδικασία ενός εντελώς καινούριου mastering. Για πρώτη φορά από το 1992 το demo -που αν θέλετε και την γνώμη μου είναι το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο στην ιστορία τους-, παρουσιάζεται στην ολότητα του με το πλήρες tracklist που περιέχει και το “χαμένο” “Stay Alive” κομμάτι. Το ντεμπούτο δείχνει πραγματικά τα δόντια του, με το νέο mastering ενώ το πρώτο CD του διπλού reissue κλείνει με το bonus outtake “In My Heart” για να μην μείνει κανένας παραπονεμένος.

Ακούγοντας και τις εκ νέου remastered εκδοχές του υλικού από το δεύτερο άλμπουμ που κοσμεί το δεύτερο “Power Of One” CD μπορώ με σιγουριά να πω πως πλέον το υλικό “αναπνέει”, βγάζοντας μπροστά μια ιδιαίτερη δυναμική. Επιτέλους μπορώ να ακούω το “Remember” στο repeat απολαμβάνοντας τα Proggy τύμπανα του όπως έπρεπε να ακούγονται εδώ και χρόνια.

Για κερασάκι στην τούρτα στο δεύτερο CD υπάρχουν και 2 bonus live tracks. Η ζωντανά ηχογραφημένη εκτέλεση του “The Shadow” από το 92. Και η ακουστική εκτελεσάρα του “Shelter” από το Metalurgy τηλεοπτικό show Αμερικάνικης καλωδιακής, ξανά από το 92. Ε ναι βλέπεις τότε η τηλεόραση έβγαζε και καμιά Metal μπάντα. Σήμερα μόνο Τατιάνες.

Ακόμα μια αξιόλογη μπάντα από την ιστορία του Αμερικάνικου ατσαλιού, παρουσιάζεται όπως της πρέπει λοιπόν. Για λεπτομέρειες σχετικά με την ιστορία τους κτλ θα σας παραπέμψω στο booklet της επανακυκλοφορίας το οποίο θα σας καλύψει και με το παραπάνω. Εδώ σε πρώτη φάση γίνεται ένα πρώτο focus στην μουσική. Και ναι υπάρχουν αυτοί που ξέρουν από παλιά περί Z Lot Z, υπάρχουν αυτοί που ψάχνουν εδώ και χρόνια το υλικό της μπάντας και φυσικά εκείνοι που τους ακούν για πρώτη φορά. Η συγκεκριμένη επανακυκλοφορία έχει να δώσει σε όλους. Όλα σε ένα νοικοκυρεμένα που έλεγε και η διαφήμιση.

Υπομονή μέχρι τον Δεκέμβρη, οπού το CD θα δει το φως της μέρας.

 

Οι Protean Shield και το ανορθόδοξο στο επικό Metal

Τον τελευταίο καιρό παρακολουθώ με μεγάλη προσοχή τα demo  βήματα μιας μπάντας από την Αττική οι οποίοι ακούν στο όνομα Protean Shield. Είναι προφανές και πάρα πολύ εύκολα αντιληπτό εξαιτίας του ονόματος ότι η συγκεκριμένη μπάντα κινείται στα μονοπάτια του Επικού Metal.

Στις 7 Ιουνίου 2019 η μπάντα ανεβάζει το πρώτο δείγμα γραφής της. Μια demo ηχογράφηση του κομματιού “Steel Of Ages“. Παρόλα τα υπαρκτά τεχνικά ζητήματα σε αυτό το δείγμα, υπάρχουν κάποια έντονα χαρακτηριστικά τόσο στον ήχο όσο και στο ύφος της μπάντας τα οποία δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να περάσουν απαρατήρητα.

Οι Shield προσεγγίζουν το συγκεκριμένο το επικό ατσάλι τους με μια ιδιαίτερη νοοτροπία στον τομέα της σύνθεσης και της δομής: Ακούγονται αφηγηματικοί, και δεν αναφέρομαι αγαπητέ αναγνώστη στην ερμηνεία και τους στίχους μα στην ίδια την μουσική και τα βασικά συστατικά -κιθαριστικά θέματα ντε-, που αποτελούν τον σκελετό για αυτή την πρώτη τους σύνθεση.

Σχεδόν ένα μήνα μετά στις 19 Ιουλίου 2019 το σχήμα ανεβάζει μια βελτιωμένη εκτέλεση του κομματιού, στην οποία ακούμε reworked όλον τον σκελετό του κομματιού, υπάρχει η προσθήκη main lead guitar part -και μερικών extra leads σημείων στο κομμάτι- και η επαναηχογράφηση των φωνητικών με άλλον τραγουδιστή. Οι βελτιώσεις αυτές κάνουν σαφέστερο και καλύτερα αντιληπτό στον ακροατή το καλλιτεχνικό μήνυμα του σχήματος. Και πάνω σε αυτό θα επεκταθώ παρακάτω.

Ας κρατήσουμε για την ώρα την αφηγηματική τους μουσική -το τονίζω πάλι- προσέγγιση. Ας βάλουμε στο τραπέζι και το γεγονός ότι συνειδητά επιλέγουν τα βασικά τους θέματα -όχι μόνο τα riffs αλλά και οι lead μελωδίες- να βασίζονται σε ένα ανορθόδοξο πολλές φορές μοτίβο. Αυτό μπορεί να είναι εμφανές σαν “τάση” στο πρώτο κομμάτι το οποίο αναλύουμε αλλά έχει και συνέχεια.

Στις 26 Αυγούστου 2019 η μπάντα δίνει στην δημοσιότητα και δεύτερο δείγμα με τίτλο “Pendulum“. Και εδώ τα πράγματα γίνονται πιο ξεκάθαρα. Και στον ακροατή γεννιέται το παρακάτω ερώτημα; “Πότε ήταν η τελευταία φορά που ένα Επικό Metal τραγούδι μέσα στην ένταση του, έβαλε και το μυαλό σου να δουλέψει;“.

Εδώ η μπάντα ακούγεται ακόμα περισσότερο αφηγηματική -μια και μόνο ακρόαση στις φωνητικές γραμμές του κουπλέ θα σε πείσει-. Ενώ ο περιπετειώδης, ανορθόδοξος και εν τέλη αντισυμβατικός τρόπος γραφής τους γίνεται πλέον σήμα κατατεθέν. Αν μάλιστα αγαπητέ αναγνώστη θέλεις να κρατήσεις τους χαρακτηρισμούς “περιπετειώδης”, “ανορθόδοξος” και “αντισυμβατικός” για να αναφερθείς και στην γενική δομή βάση της οποίας είναι στημένο το κομμάτι, θα με βρεις απόλυτα σύμφωνο. Η αρχή, η μέση και το τέλος γίνονται γοητευτικά δυσδιάκριτα εδώ και γουστάρω. Και ναι το αρχικό riff – κάλεσμα στη μάχη δείχνει την πραγματική δυναμική του ακριβώς επειδή συνυπάρχει με τα υπόλοιπα θέματα εδώ – διαφορά δυναμικής, right place, right time.

Το μέχρι τώρα υλικό τούτης της μπάντας με συγκίνησε για ένα βασικό λόγο, μου υπενθύμισε την προσωπική ταύτιση και κλίση που έχω σαν ακροατής με μια χούφτα επικά Metal άλμπουμ που βάζουν το μυαλό σε εγρήγορση. Θέλεις η ανατρεπτική μουσική θεματολογία τους; Θέλεις οι ανορθόδοξες δομές στα τραγούδια τους; Θέλεις η αιρετική προσέγγιση τους σε πολλά από τα standards αυτού του ήχου ή η σκοτεινή τους προδιάθεση, όπως και να το κάνεις μιλάμε για άλμπουμ που απέχουν από τον σωρό.

Για την ώρα όμως θα επικεντρωθώ στους δίσκους και τα σχήματα που πιστεύω πως αντιστοιχούν και ως επιρροές για την μπάντα.

Θα αναφερθώ λοιπόν σίγουρα στο τρίτο άλμπουμ των The Lord Weird Slough Feg (Down Among the Deadmen – 2000 στην Dragonheart). Άνετα θα μπορούσα να αναφερθώ και στα δύο πρώτα τους, αλλά νομίζω πως με το τρίτο έκαναν ξεκάθαρο το στίγμα τους για την ανορθόδοξη σχολή την οποία οι ίδιοι δημιούργησαν και σταδιακά δυστυχώς εγκατέλειψαν).

Το δεύτερο άλμπουμ το οποίο θα ήθελα να αναφέρω σαν επιρροή είναι το ντεμπούτο ενός Αμερικανικό – Ιταλικού project στην Ιταλική My Graveyard Productions. Αναφέρομαι στο άλμπουμ “An Age Undreamt Of…” των Hyborian Steel. Ορμητικό και πολεμοχαρές το στίγμα του δίσκου μα με μια εντελώς ομιχλώδη και ιδιαίτερη προσέγγιση που εν τέλη εγώ την βρίσκω με κάποιο τρόπο μπροστά μου σε αυτά τα πρώτα βήματα των Αθηναίων Protean Shield. Ακούστε και κρίνετε και μόνοι σας εν τέλη.

Δεν θα αναλύσω κάτι παραπάνω για την ώρα. Η μπάντα μάλιστα έχει σταθεί και ιδιαίτερα γενναιόδωρη δίνοντας μου να ακούσω και ένα τρίτο κομμάτι το οποίο θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω ως άριστο επιχείρημα για όλα τα παραπάνω, μα θα σιωπήσω και θα περιμένω να επεκταθώ αναλυτικά όταν το κομμάτι θα βγει στο φως της μέρας.

Για την ώρα μπορείτε να ακούσετε το υλικό τους και βγάλτε τα δικά σας συμπεράσματα.

Εδώ έχουμε πιάσει ψιλή κουβέντα για πάρτι τους. Κόπιασε.

Χρήστος Παπαδάκης

 

 

 

Η περίπτωση των STAR.GATE

Μπορώ με μεγάλη σιγουριά να πω ότι έχουμε να κάνουμε μια μια… ιδιάζουσα περίπτωση μπάντας. Ναι αγαπητέ αναγνώστη. Ο λόγος για τους STAR.GATE από την Θεσσαλονίκη, την μπάντα πνευματικό παιδί του μπασίστα Κώστα Δομενικιώτη.

Και το “ιδιάζουσα περίπτωση” του γράφω για έναν και μοναδικό λόγο. Όσο και αν έχω ψάξει, όσες επίσημες και ανεπίσημες ηχογραφήσεις και αν έχω ακούσει από κάθε γωνιά της Ελλάδας, όσο focus και αν έχω κάνει σε ολοκληρωμένες δουλειές και σχήματα δεν έχω βρει καμία μα καμία μπάντα που να πατάει σε Ελληνικό έδαφος και να έχει καταφέρει να προσεγγίσει τον ήχο του νεοκλασικού Power Metal με τόση ευθύτητα, ουσία και πηγαίο ταλέντο στους τομείς τις σύνθεσης και της αισθητικής όσο το σχήμα τούτο. Προσοχή δεν κάνω συγκρίσεις, η μουσική δεν είναι διαγωνισμός, σαν ακροατής μιλάω, ξέρετε από αυτούς που κατεβάζουν από το ράφι μια κυκλοφορία και την λιώνουν. Και δεν έχουν αποψάρα, μα γνώμη μετά από προσεκτικά ακούσματα.

Και θα το γενικεύσω λίγο σημειώνοντας πως υπάρχουν εκεί έξω αρκετές κυκλοφορίες που βαδίζουν συνειδητά τον νεοκλασικό δρόμο, μα τις περισσότερες φορές δίνουν έμφαση στο σολιστικό κιθαριστικό κομμάτι, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την παρουσία μιας ολοκληρωμένης σύνθεσης -στα πλαίσια της τραγουδοποιΐας-. Με αποτέλεσμα το φαινόμενο των εκπληκτικών καθαριστικών σόλο μέσα σε αδιάφορες γενικά συνθέσεις να είναι συχνό, ανεξάρτητα την χώρα προέλευσης.

Ο Δομενικιώτης συνθέτει έχοντας στο μυαλό του ολοκληρωμένα τραγούδια με αρχή, μέση και τέλος. Προσεγγίζει εντελώς συνειδητά την σχολή των μεγάλων Royal Hunt οι οποίοι στην χρυσή -μέχρι και το Paradox- εποχή τους, μας παρουσίασαν ένας ξεχωριστό τρόπο ανάπτυξης του νεοκλασικού Power Metal ήχου, ενσωματώνοντας όλες τις αρετές μιας σχεδόν pop τραγουδοποιΐας μέσα σε ένα είδος που πολλές φορές ασφυκτιούσε από το υπερβολικό φορτίο των ίδιων του των τραγουδιών, συνθετικά ή εμπαικτικά. Όχι πως οι μεγάλοι δάσκαλοι του ύφους δεν έχουν επιχειρήσει κάτι τέτοιο. Απλά οι Hunt μας θύμισαν μετά από πολύ καιρό και σε εποχές απραξίας των μεγάλων, πως γράφεις τραγούδια που σου μένουν καρφωμένα στο μυαλό. Αυτήν ακριβώς την μαγιά παίρνει και ο Δομινεκιότης στήνοντας με μεγάλη σαφήνεια -το τονίζω αυτό- κάθε μια από τις συνθέσεις των Star.Gate.

Και βασικά δεν νομίζω πως χρειάζονται και πολλές επεξηγήσεις για όποιον έχει μπει στον κόπο να ακούσει τα τρία δισκογραφικά πονήματα που έχει δώσει η μπάντα από το 2004 έως το 2016.

Εδώ και καιρό οι Star.Gate ετοιμάζουν το τέταρτο άλμπουμ τους με τίτλο “The Dream”. Έχουν κατά την ταπεινή μου γνώμη το καλύτερο recording line up στην ιστορία τους -αν διαβάζει η μπάντα αυτό το κείμενο παρακαλώ να δώσει βάση στις επόμενες λέξεις: Ως μικρός και ταπεινός οπαδός σας, σας παρακαλώ να κάνετε έστω ένα live με ΑΥΤΟ το line up, κλείνει η παρένθεση, ευχαριστώ, συνεχίζω το άρθρο-. Με Σάκη Μπαντή (Horizon’s End) στα πλήκτρα, Anthimo Manti (!!!!!) στις κιθάρες, Στέργιο Κουρού (Wardrum, Horizon’s End) στα τύμπανα και John Jeff Touch (!!!!) στην φωνή, μιλάμε για ένα πραγματικά all star line up.

Ήδη έχουν δοθεί στην δημοσιότητα αρκετά video από τις ηχογραφήσεις του δίσκου. Προσωπικά για την ώρα θα πω μόνο αυτό: πως έχουμε να κάνουμε με τον πιο άρτιο και εμπνευσμένο νεοκλασικό Power Metal δίσκο που έχει βγει από Ελληνική μπάντα τα τελευταία χρόνια -και όχι μόνο-. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Θα επεκταθώ επί του θέματος όταν έρθει η ώρα.

Χρήστος Παπαδάκης

3 + 1 Ελληνικά Κιθαριστικά Άλμπουμς (Β’ Μέρος)

Σε αυτή τη σειρά ρίχνουμε μια ματιά σε ορισμένα κιθαριστικά άλμπουμ που, από τη δική μου σκοπιά, αποτελούν σταθμούς για την ελληνική μέταλ σκηνή. Παράλληλα, εστιάζουμε στους ανθρώπους κλειδιά πίσω από της μπάντες αυτές και τη γενικότερη συνεισφορά τους στην κιθαριστική εξέλιξη της εγχώριας σκηνής. Αν χάσατε το πρώτο μέρος της σειράς για τους ANGELO PERLEPES’ MYSTERY, μπορείτε να το διαβάσετε εδώ: 3 + 1 Ελληνικά Κιθαριστικά Άλμπουμ (Α’ Μέρος).

Προχωρώντας στη δεύτερη γενιά – όπως θέλω να ονομάζω – Ελλήνων κιθαριστών, περνάμε σιγά σιγά στην νέα χιλιετία, που επιφυλάσσει πολλά και διάφορα για την αγαπημένη μας μουσική. Τα κιθαριστικά “τεκταινόμενα” στην Ελλάδα δίνουν και παίρνουν και εγώ δε θα μπορούσα να σκεφτώ κάποιον άλλο να αναφερθώ σε αυτή την κιθαριστική αναδρομή πέρα του THEODORE ZIRAS.

Όσοι από εσάς είστε λίγο “δεινόσαυροι”, ίσως να θυμάστε πως η πορεία του Θοδωρή έχει ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, σχεδόν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με τη συμμετοχή του στους ICE DIVINE & GUARDIAN ANGEL. Γιατί λοιπόν τον κατατάσσω στη δεύτερη γενιά κιθαρωδών από τη στιγμή θα μπορούσε δικαιωματικά να φιγουράρει στη πρώτη; Η εξήγηση είναι απλή: όσο και να μου άρεσαν οι δουλειές του Ζήρα από εκείνη τη περίοδο, όσο ενδεικτικές των ικανοτήτων του κι αν ήταν για τότε, δεν ήταν αντιπροσωπευτικές του ταλέντου του, κάτι που φάνηκε και στη συνέχεια της πορείας του.

Το μεγάλο “μπαμ” σε ότι αφορά τη παρουσία του Ζήρα στα μουσικά δρώμενα έγινε το 2003 με το album VIRTUAL VIRTUOSITY, ένα “σκληροπυρηνικό” κιθαριστικό instrumental δημιούργημα χωρίς σάλτσες και φιοριτούρες. Ήταν ένα αρκετά τολμηρό βήμα για τα ελληνικά δεδομένα και ένα στοίχημα το οποίο θεωρώ πως κερδήθηκε και με το παραπάνω. Βλέπετε, μπορεί το TRAINED TO PLAY να είχε προηγηθεί δύο χρόνια νωρίτερα, όμως ήταν η συγκεκριμένη κυκλοφορία που κατάφερε να τον φέρει στην κορυφή του ελληνικού “πρωταθλήματος”. Αν δεν απατώμαι, οι Έλληνες μέταλ μουσικοί που είχαν κυκλοφορήσει δύο instrumental album “back to back” μέχρι τότε, ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Όσο καλός όμως και αν είναι ένας κιθαρίστας στο να παίζει σόλο ή να συνθέτει instrumental albums, η μουσική δεν παύει ποτέ να είναι ομαδική υπόθεση, ιδίως δε, όταν μιλάμε για heavy metal. Επίσης, αυτό που ορισμένοι μπορεί να μην καταλαβαίνουν εκ πρώτης όψεως, είναι ότι το να μπορέσει ένας βιρτουόζος να ενταχθεί και να στηρίξει μια μπάντα σαν ισότιμο μέλος, είναι εξίσου δύσκολο με το να μπορεί να παίζει σόλο σαν και αυτό ή αυτό.

Οι λόγοι για αυτό είναι αρκετοί.

Πέρα από τη ταχύτητα, τα εντυπωσιακά περάσματα, τον φαντεζί εξοπλισμό και τη λίστα με τα κονσερβατόρια και τα σεμινάρια που έχει παρευρεθεί ένας κιθαρίστας, υπάρχουν πολλά άλλα χαρακτηριστικά που πρέπει να είναι εκεί για να μπορέσει κάποιος να ολοκληρωθεί σαν μουσικός. Αυτά είναι η σύνθεση, η εναρμόνιση με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, η παραχώρηση μουσικού χώρου σε αυτά (σσ: μην θυμηθώ τα πρόσφατα τραγελαφικά με τους μουσικούς “παρίες” του YNGWIE…), κλπ. Έτσι, αρκετές φορές βλέπουμε σολίστ/κιθαρίστες να σχηματίζουν μπάντες με σκοπό να παρουσιάσουν ένα προφίλ διαφορετικό από αυτό που τους έχουμε γνωρίσει, χωρίς τελικά να καταφέρνουν να μας “πείσουν”.

Ευτυχώς όμως για εμάς, οι EUROFORCE δεν ανήκουν σε αυτή τη κατηγορία.

EUROFORCE – EUROFORCE (2005)

Έχοντας αφήσει πίσω του το μοναχικό μονοπάτι του drum machine και των instrumental συνθέσεων, ο Ζήρας κάνει το επόμενο βήμα και μαζί με τον ΓΙΩΤΗ ΠΑΡΧΑΡΙΔΗ (VICTORY, ex-HUMAN FORTRESS) και τον ΣΠΥΡΟ ΚΑΜΠΑΣΑΚΑΛΗ στα φωνητικά και στα τύμπανα αντίστοιχα, συγκροτεί τους EUROFORCE. Με τη σύνθεση αυτή μας δίνεται η ευκαιρία να απολαύσουμε δώδεκα συνθέσεις αγνού europower με αρκετά neoclassical στοιχεία στα χνάρια των STRATOVARIUS και SYMPHONY X (και όχι μόνο).

Theodore Ziras - Euroforce

Το τελικό αποτέλεσμα κινείται σε αρκετά υψηλό επίπεδο κάτι που καθιστά το άκουσμά του δίσκου αρκετά απολαυστικό από αρχής μέχρι τέλους. Η “ποσότητα” των σόλο είναι ιδιαίτερα χορταστική χωρίς όμως να κουράζει, ενώ η ποιότητα στις κιθάρες και στα φωνητικά δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Μερικά από τα κομμάτια που ξεχώρισαν στα αυτιά μου είναι τα Spirit by my Side, The European Lie και το highlight του δίσκου Crown Seeker. Φυσικά από ένα τέτοιο εγχείρημα δε θα μπορούσε να λείπει και το instrumental κομμάτι-υπογραφή του Ζήρα με τίτλο Ubiquitous, το οποίο αποτελεί και ένα από τα βίντεο κλιπ του συγκεκριμένου δίσκου.

Για να είμαι πάντως ειλικρινής, βάσει των ικανοτήτων των κεντρικών “ηρώων” του lineup θα περίμενα κάτι πιο εντυπωσιακό σε επίπεδο συνθέσης και παραγωγής, αλλά ΟΚ, εγώ είμαι και λίγο παράξενος σε τέτοια θέματα.

Δυστυχώς, όσο και αν άρεσαν οι EUROFORCE, όσο υποσχόμενη και αν ήταν η πρώτη αυτή προσπάθεια, τα χρόνια πέρασαν και εμείς δεν καταφέραμε να δούμε συνέχεια με μια δεύτερη κυκλοφορια. Δεν πειράζει όμως, ας είναι. Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία.

Ελπίζω να τα ξαναπούμε στο τρίτο μέρος της σειράς.

3 + 1 Ελληνικά Κιθαριστικά Άλμπουμς (Α’ Μέρος)

Νομίζω πως ήρθε η ώρα να ρίξουμε λίγο φως στα πράγματα, να ανεβάσουμε ταχύτητες και να βουτήξουμε στα κρυστάλλινα νερά του ελληνικού κιθαριστικού μέτσολ!

Τα άλμπουμ για τα οποία θα μιλήσουμε δεν είναι απαραίτητα τα «καλύτερα» που έχει να επιδείξει η εγχώρια σκηνή. Είναι όμως αυτά που με σημάδεψαν σαν μουσικό (σσ: οργανοπαίχτης) και ακροατή όλα αυτά τα χρόνια που «σκαλίζω» τη φάση. Σε αυτή τη σειρά θα προσπαθήσω να καλύψω τρεις γενιές κιθαριστών που θεωρώ ότι έβαλαν το λιθαράκι τους ώστε να μείνει «κάτι» για τις επόμενες γενιές.

Οι κανόνες; Δύο και απλοί: Πρώτον, επιτρέπεται μόνο ένα άλμπουμ ανά συγκρότημα/κιθαρίστα και δεύτερον, αποκλείονται τα instrumental albums. Για πάμε να δούμε λοιπόν…

ANGELO PERLEPES’ MYSTERY – TALES… (1999)

Δε γίνεται να έχεις γεννηθεί σε αυτή τη χώρα, να γουστάρεις μελωδικούρες, “μαλμστινιές” και σκληρό ροκ στα χνάρια των RAINBOW, και να μην γνωρίζεις τον εν λόγω κύριο. Μιλάω φυσικά για τον Άγγελο Περλεπέ, τη κινητήρια δύναμη πίσω από τους ANGELO PERLEPES MYSTERY, και μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες της ελληνικής σκηνής απο τα γεννοφάσκια της.

Το ’99 λοιπόν, ο ANGELO PERLEPES με την παρέα του κυκλοφορεί το TALES…, έναν από τους πιο εμβληματικούς δίσκους που έχει να επιδείξει η τότε Ελληνική σκηνή. Mid & up-tempo ρυθμοί, καταιγιστικές μελωδίες, “σκούπισμα” ταστιέρας απ’ άκρη σ’ ακρη και η χαρακτηριστική φωνή του ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, δεν αφήνουν περιθώρια για «εκπτώσεις» στο τελικό αποτέλεσμα. Αγαπημένα τραγούδια: Witche’s Cry, Tales… of the Unexpected, The Final Battle.

Μπορεί σήμερα ορισμένοι να μην βλέπουν το τέλειο κιθαρίστα όταν ακούν κάποια κυκλοφορία των MYSTERY. Ενδεχομένως και να έχουν δίκιο. Οι βιρτουόζοι-κιθαρίστες εκείνης τη γενιάς δεν μοιάζουν σχεδόν σε τίποτα με τους σημερινούς “υπερ-κιθαρίστες” που έχουν αναγάγει το παίξιμο σε άθλημα. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνούν ότι την εποχή που δισκογραφούσε ο Περλεπές (και ο κάθε Περλεπές) στην Ελλάδα, οι εξειδικευμένες κιθαριστικές μέθοδοι διδασκαλίας, τα online μαθήματα και γενικά η πρόσβαση στη κιθαριστική πληροφορία ήταν απλά ανέκδοτο.

Σήμερα με δύο «κλίκς» και λίγα χρήματα στο Paypal μπορείς να κάνεις μάθημα κιθάρας μέσω Skype με μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας πιάτσας. Τέτοια σκηνικά εκείνη τη περίοδο όχι απλά φάνταζαν επιστημονική φαντασία, αλλά θα γελούσαν μέχρι και τα πεζοδρόμια μαζί σου αν τολμούσες να ξεστομίσεις κάτι τετοιο.

hqdefault

Επί το έργω, ζωντανά στην εκπομπή Jammin της ΕΤ3

Παρόλα αυτά, με επίπονη και σκληρή δουλειά και κόντρα στις δυσκολίες της εποχής, οι MYSTERY έφτασαν να θεωρούνται και δικαίως η πρώτη neoclassical metal μπάντα στην Ελλάδα. Εμείς από τη μεριά μας, δεν έχουμε παρά να καθίσουμε αναπαυτικά και να απολαύσουμε μερικά από τα μίνι-έπη που μας έχουν χαρίσει, χωρίς να τα περνάμε από το κιθαριστικό μας μικροσκόπιο.

Συνέχεια στο Β’ μέρος της σειράς.