Το ημερολόγιο γράφει 1997. Η τεχνολογία των υπολογιστών καλπάζει ασταμάτητα. Τα ζωντανά χρώματα έχουν κατακλύσει τις οθόνες μας, και οι απανταχού teenagers «στεγνώνουν» τα μάτια τους μπροστά από τρισδιάστατα γραφικά δίχως αύριο.

Το τελευταίο ήταν και αυτό που δεν άφησε ασυγκίνητα κάποια παλικάρια στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Οι LAST CHAPTER, από το Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών, επιλέγουν μία τρισδιάστατη αισθητική προσέγγιση για το εικαστικό μέρος της πρώτης τους κυκλοφορίας. Καλή σκέψη, τίμια προσπάθεια, αλλά το αποτέλεσμα καταλήγει «άγουρο», για να μην πω άχαρο.

Φωτεινά χρώματα, αλλόκοτα τοπία, σκυθρωπές φιγούρες, ανύπαρκτο λογότυπο και βιβλικές αναφορές στον τίτλο, δεν είναι και ο καλύτερος τρόπος για να χτίσεις γέφυρα επικοινωνίας με τους επίδοξους ακροατές σου. Βλέποντας το εξώφυλλο για πρώτη φορά, φαντάστηκα πως έχω να κάνω με κάποια «πλαστική» power metal μπάντα της οκάς, ή ακόμα χειρότερα, με κάποιον ματαιόδοξο / βιρτουόζο / multitasking κιθαρίστα. Ξέρετε, από αυτούς που τα κάνουν όλα μόνοι τους γιατί «αυτοί ξέρουν».

Πόσο λάθος ήμουν.

Το THE LIVING WATERS, μετά από χρόνια πνευματικής πέψης (τς τς), έχει καταλήξει να αποτελεί για μένα ένα από τα highlights του ιδιώματος που ονομάζουμε doom metal. Παρόλα αυτά, θα πρέπει δυστυχώς να το κατατάξω στα «κρυμμένα διαμάντια», μιας και έχω την εντύπωση ότι ποτέ δεν έτυχε της πρέπουσας προσοχής από οπαδούς και τύπο. Φτάνει μόνο μια γρήγορη αναζήτηση για να διαπιστώσετε τη σχετική ανυπαρξία κριτικών και συνεντεύξεων altogether.

Κιθάρες βαριές και απέριττες, γυρίσματα που θα ζήλευαν αρκετές “prog” μπάντες του σήμερα και μπάσο-τύμπανα που φλερτάρουν με τη Sabbath λογική των πραγμάτων, είναι διάσπαρτα σε όλο τον δίσκο και αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των συνθέσεων. Η έξυπνη και ανα σημεία χρήση των πλήκτρων/guitar synth καταφέρνει να δώσει ένα ακόμα πιο σκοτεινό, και ίσως κλειστοφοβικό, τόνο στην όλη ατμόσφαιρα, χωρίς όμως να αλλιώνει τον αμιγώς doom χαρακτήρα του δίσκου. Τέλος, πίσω από το μικρόφωνο βρίσκεται ο ROBERT LOWE, ο οποίος φαίνεται πως βρήκε τον καλύτερο τρόπο για να παραμείνει “ζεστός” μεταξύ των Downfall και Adagio. Όπως είναι λογικό, απογειώνει το υλικό – χωρίς όμως να το επισκιάζει – προσδίδοντας έτσι αίγλη στο τελικό αποτέλεσμα.

Δεν θα σταθώ σε συγκεκριμένα κομμάτια του δίσκου μιας και θεωρώ ότι πρόκειται για ένα δίσκο που δεν προσφέρεται για αποσπασματική ακρόαση. Αν θες να πιάσεις το όλο feeling that is. Σε αυτό όμως που θέλω να σταθώ είναι στο γεγονός ότι οι LAST CHAPTER, παρά τον σύντομο βίο τους και τις μόλις δύο κυκλοφορίες στο ενεργητικό τους, κατάφεραν να απαντήσουν σε ένα ερώτημα που άλλοι συνάδελφοί τους με πλουσιότερο βιογραφικό, αποτυγχάνουν να απαντήσουν εδώ και χρόνια. Το ερώτημα; Πώς να δημιουργήσεις ένα doom metal δίσκο με χαρακτήρα χωρίς να ακουστείς σαν το 99% των συγκροτημάτων που υπάρχουν εκεί έξω. Ο “μπαμπάς” τους θα ήταν κάτι παραπάνω από περίφανος.