Διανύουμε τη χρυσή εποχή – ή καταραμένη δεκαετία – των ’90s και τα πράγματα στο μέταλ μοιάζουν να είναι ιδιαίτερα «ρευστά». Οι καφρίλες κερδίζουν έδαφος, το NWOBHM έχει απωλέσει το θρόνο εδώ και καιρό, ενώ η Αμερικανική (και όχι μόνο) σκηνή βρίσκεται αντιμέτωπη με τη λαίλαπα του grunge.

Εκεί λοιπόν, κάπου στις αρχές της δεκαετίας, ο κόσμος έγινε μάρτυρας της «γέννησης» power/prog αριστουργημάτων σαν και αυτό εδώ:

Ήταν η εποχή που μπάντες σαν τους SYMPHONY X, CONCEPTION, KAMELOT και PSYCHOTIC WALTZ θα μεγαλουργούσαν και θα άφηναν για πάντα το αποτύπωμά τους στο μεταλλικό στερέωμα. Το δικό τους λιθαράκι σε όλο αυτό έβαλαν και οι TAD MOROSE, οι οποίοι με κυκλοφορίες όπως τα “A Mended Rhyme” και “Sender of Thoughts”, θα πλασάρονταν στις υπολογίσιμες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής σκηνής.

Τα χρόνια πέρασαν, πολλά άλλαξαν και ανάμεσα σε αυτά και ο ήχος των TAD MOROSE. Αφήνοντας στην άκρη τον prog μανδύα που τους χαρακτήριζε στα πρώτα τους βήματα, οι Σουηδοί μετατράπηκαν σε κάτι πολύ πιο σκοτεινό και επιθετικό κινούμενοι σε καθαρά power μονοπάτια. Αποκορύφωμα αυτής της μεταμόρφωσης είναι η τριπλέτα “Undead”, “Matters of the Dark” και “Modus Vivendi”, που αποτελεί μέχρι και σήμερα σταθμό στην πορεία της μπάντας.

Fast forward στο σήμερα και την ανακοίνωση για το νέο δίσκο που ενθουσίασε τους φίλους της μπάντας, που, όπως και να το κάνουμε, τρέφουν ακόμα κρυφές ελπίδες για ένα νέο “Modus Vivendi”. Κατά πόσο όμως κάτι τέτοιο είναι εφικτό με τον Urban breed να είναι «αλλού» και τη μπάντα να ψάχνει ακόμα τα βήματά της πέντε χρόνια μετά το comeback;

Η απάντηση θα έρθει γρήγορα με το [single] “Apocalypse” , καθώς όλα όσα περιμένεις να ακούσεις από ένα TAD MOROSE κομμάτι είναι εκεί: τσιρίδες, ριφάρες, rhythm section που οργώνει, ταχύτητες, ατμόσφαιρα, κλπ. Επιτυχία 100%, σωστά; Όχι ακριβώς. Αφού ξεθύμανε ο αρχικός ενθουσιασμός, και αφού το κομμάτι έκανε τον κύκλο του, κάτι δε μου κόλλαγε, πράγμα που συνεχίστηκε και αφού το πήρα το δισκάκι στα χέρια μου.

Όλα τα επιμέρους συστατικά του άλμπουμ σε προδιαθέτουν για το ιδανικό αποτέλεσμα, αλλά στα αυτιά μου τουλάχιστον, η μπάντα δεν φτάνει ποτέ σε αυτό. Ναι, ο δίσκος έχει καλές στιγμές (πχ “Vaunt the Cynical”, “Yet You Still Preach”, “I Am Night” & “Nemesis”) και υπάρχει ποιότητα παραγωγής, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του ακούγεται ασύνδετος, με μερικά μόνο από τα δεκατέσσερα κομμάτια να έχουν να πουν κάτι. Είναι λες και η ιστορική αυτή μπάντα έπεσε θύμα του «συνδρόμου» που διακατέχει τη σημερινή… άχρωμη power metal σκηνή.

Η μία ώρα και τέσσερα λεπτά που διαρκεί ο δίσκος είναι πάρα πολλά με αποτέλεσμα να κουράζει. Τραγούδια που αγγίζουν κατα μέσο όρο τα τεσσερα λεπτά, τελειώνουν πριν ουσιαστικά ξεκινήσουν. Τα μισά από αυτά θα μπορούσαν κάλλιστα να λείπουν χωρίς κανείς να καταλάβει το παραμικρό. Ίσως κάτι τέτοιο να έδινε και χώρο για την ανάπτυξη των δυνατών κομματιών του δίσκου που θα μας έκαναν να παραμιλάμε. Ίσως.

To “Chapter X” με δυσκόλεψε παραπάνω από όσο θα ήθελα. Παρόλο που προσπάθησα να μου αρέσει με τη πρώτη «αυτιά», τελικώς αρκέστηκα στα μετρημένα κομμάτια που πραγματικά είχαν κάτι να μου πουν. Στην ερώτηση «αξίζει ο δίσκος;» θα απαντήσω με ένα κοφτό και μετρημένο «ναι». «Ναι», μόνο και μόνο για τα κομμάτια που μετράνε. «Ναι», γιατί στην τελική μιλάμε για δίσκο TAD MOROSE που ίσως και να αποτελεί πολυτέλεια στις μέρες μας.